Συνήθως, οι γιατροί λένε ότι ένας ασθενής είναι σε κωματώδη κατάσταση όταν τα μάτια του δεν μπορούν να παρακολουθήσουν καμία κίνηση και τα άκρα του δεν μπορούν να πραγματοποιήσουν καμία παλινδρομική κίνηση.
Μία νέα ιατρική μελέτη, όμως, έδειξε πως κάποιοι ασθενείς έχουν πλήρη συνείδηση και αντίληψη του περιβάλλοντός τους, αλλά είναι παγιδευμένοι σε ένα σώμα που δεν ανταποκρίνεται.Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν ηλεκτροεγκεφαλογράφους προκειμένου να καταγράψουν την ηλεκτρική δραστηριότητα του εγκεφάλου ασθενών σε κωματώδη κατάσταση. Το 20% εξ αυτών παρουσίασε φυσιολογική εγκεφαλική δραστηριότητα, όμοια με αυτή που έχει ο οποιοσδήποτε άνθρωπος που δεν βρίσκεται σε κώμα.
Η μελέτη δεν μπορεί να απαντήσει τελεσίδικα εάν αυτοί οι ασθενείς έχουν πραγματικά συνείδηση και προσπαθούν να επικοινωνήσουν. Κλινικά, όμως, οι συγκεκριμένοι ασθενείς μπορεί να έχουν διαγνωσθεί λανθασμένα ως «φυτά».
Περίπου 25.000 Αμερικανοί με εγκεφαλικά τραύματα ζουν σε κωματώδη κατάσταση, ενώ οικογένεια και φίλοι προσπαθούν για καιρό να βρουν έναν τρόπο να προσπεράσουν την «κενή μάσκα» και να δουν εάν υπάρχει ίχνος ζωής πίσω από τα τόσο οικεία για αυτούς μάτια του δικού τους ανθρώπου. Εάν η νέα προσέγγιση στεφθεί με επιτυχία, τότε το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα θα δώσει την απάντηση και ίσως και έναν τρόπο επικοινωνίας με τους συγκεκριμένους ασθενείς.
«Προσωπική μου άποψη είναι πως δεν εφαρμόζεις τέτοιου είδους μεθόδους σε κλινικές πρακτικές ρουτίνας μέχρι να πραγματοποιηθούν ευρύτερης κλίμακας δοκιμές, που θα επιβεβαιώσουν την αξία τους,» υποστηρίζει ο Joseph T. Giacino, διευθυντής νευροψυχολογικής αποκατάστασης στο νοσοκομείο Spaulding, ο οποίος δεν συμμετείχε στην έρευνα. «Πάντως, φαίνεται πως δεν υπάρχει απλά λίγη συνείδηση, αλλά πολύ, στους ασθενείς που δεν δείχνουν να ανταποκρίνονται στο περιβάλλον τους.»
Οι προσπάθειες για να διαπιστώσει κανείς εάν ένας ασθενής έχει συνείδηση είναι συχνά οδυνηρές για τους συγγενείς του, που καλούνται να αποφασίσουν τι πρέπει να κάνουν με το αγαπημένο τους πρόσωπο που είναι σοβαρά τραυματισμένο. Η περίπτωση της Terri Schiavo, μίας γυναίκας από τη Φλόριδα, που έπεσε σε κώμα όταν σταμάτησε η καρδιά της και αποσυνδέθηκε από το σύστημα μηχανικής υποστήριξης το 2005, έγινε αφορμή να ξεσπάσει διαμάχη ανάμεσα στην οικογένειά της και τους πολιτικούς φορείς. Εντούτοις, οι γιατροί υποστηρίζουν πως το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα δεν θα άλλαζε τη διάγνωση στη συγκεκριμένη περίπτωση.
Η ερευνητική ομάδα, με επικεφαλής τους Damian Cruse και Adrian M. Owen από το Πανεπιστήμιο του Δυτικού Οντάριο, έδωσαν απλές οδηγίες σε 16 άτομα που θεωρούνταν «φυτά»: κάθε φορά που θα άκουγαν το «μπιπ», θα έπρεπε να φανταστούν ότι πιέζουν το δεξί τους χέρι σε μία γροθιά, ενώ με ένα άλλο «μπιπ» έπρεπε να φανταστούν ότι κινούν τα δάχτυλα των ποδιών τους. Πραγματοποιήθηκαν πάνω από 200 επαναλήψεις.
Στα υγιή άτομα που εκτέλεσαν αυτές τις οδηγίες, το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα έδειξε ξεκάθαρη δραστηριότητα στον προκινητικό φλοιό, την περιοχή του εγκεφάλου που σχεδιάζει και προετοιμάζει τις κινήσεις. Το ηλεκτρικό ίχνος, που σχετιζόταν με το χέρι, ήταν πιο ευδιάκριτο από αυτό που σχετιζόταν με τα δάχτυλα των ποδιών.
Οι εγκέφαλοι τριών ασθενών, που θεωρούνταν «φυτά», έδειξαν ακριβώς το ίδιο: τα υποκείμενα ήταν ηλικίας 29, 35 και 45 χρονών, όλοι άντρες, που θεωρούνταν φυτά από τρεις μήνες μέχρι δύο χρόνια.
«Περίπου το 20% αυτών των ασθενών εμφανίζουν αποκρίσεις πανομοιότυπες με αυτές των υγιών εθελοντών,» υποστήριξε ο Δρ. Owen, ο οποίος συνεργάστηκε με νευροεπιστήμονες από το Ιατρικό Κέντρο Έρευνας του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ και το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Λιέγης, στο Βέλγιο. «Πιστεύω πως είναι ένα δυνατό σημάδι της ανικανότητάς μας να διαγνώσουμε σωστά ασθενείς σε κωματώδη κατάσταση.»
Τα τελευταία χρόνια, επιστήμονες που εξειδικεύονται στον εγκέφαλο, βρήκαν πολυάριθμα προβλήματα με τις κλασικές κλινικές εξετάσεις για την αξιολόγηση της επίγνωσης: έλεγξαν κατά πόσο τα μάτια ενός ασθενούς μπορούν να παρακολουθήσουν ένα κινούμενο αντικείμενο και παρακολουθούσαν με προσοχή για τυχόν σημάδια -κινήσεις των δακτύλων ή των βλεφάρων- ως απόκριση σε διαταγές ή ερωτήσεις.
Οι εξετάσεις, όταν δεν πραγματοποιούνται με προσοχή, μπορεί να κατηγοριοποιήσουν λανθασμένα ασθενείς με περιόδους διαλείπουσας επίγνωσης - μία μεταβατική κατάσταση, που ονομάζεται «κατάσταση ελάχιστης συνείδησης». Ακόμα και όταν πραγματοποιούνται από εξειδικευμένο προσωπικό, η νέα μελέτη δείχνει πως οι εξετάσεις μπορούν να οδηγήσουν τους γιατρούς στο λάθος συμπέρασμα ότι ο ασθενής δεν έχει συνείδηση.
Για όσους ασθενείς ανταποκρίνονται, το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα μπορεί να αποκαλύψει κάτι που ήταν πολύ καλά κρυμμένο μέχρι πρότινος - περιστατικά ασθενών που θάφτηκαν ζωντανοί, κατά κάποιο τρόπο, λόγω λανθασμένης διάγνωσης.
Σύμφωνα με τους συγγραφείς της μελέτης, η μέθοδος αυτή θα επιτρέψει την αμφίδρομη επικοινωνία με κάποιους από αυτούς τους ασθενείς, και θα τους δώσει τη δυνατότητα να μοιραστούν πληροφορίες για τον εσωτερικό τους κόσμο, τις εμπειρίες και τις ανάγκες τους.
Πηγή
Μία νέα ιατρική μελέτη, όμως, έδειξε πως κάποιοι ασθενείς έχουν πλήρη συνείδηση και αντίληψη του περιβάλλοντός τους, αλλά είναι παγιδευμένοι σε ένα σώμα που δεν ανταποκρίνεται.Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν ηλεκτροεγκεφαλογράφους προκειμένου να καταγράψουν την ηλεκτρική δραστηριότητα του εγκεφάλου ασθενών σε κωματώδη κατάσταση. Το 20% εξ αυτών παρουσίασε φυσιολογική εγκεφαλική δραστηριότητα, όμοια με αυτή που έχει ο οποιοσδήποτε άνθρωπος που δεν βρίσκεται σε κώμα.
Η μελέτη δεν μπορεί να απαντήσει τελεσίδικα εάν αυτοί οι ασθενείς έχουν πραγματικά συνείδηση και προσπαθούν να επικοινωνήσουν. Κλινικά, όμως, οι συγκεκριμένοι ασθενείς μπορεί να έχουν διαγνωσθεί λανθασμένα ως «φυτά».
Περίπου 25.000 Αμερικανοί με εγκεφαλικά τραύματα ζουν σε κωματώδη κατάσταση, ενώ οικογένεια και φίλοι προσπαθούν για καιρό να βρουν έναν τρόπο να προσπεράσουν την «κενή μάσκα» και να δουν εάν υπάρχει ίχνος ζωής πίσω από τα τόσο οικεία για αυτούς μάτια του δικού τους ανθρώπου. Εάν η νέα προσέγγιση στεφθεί με επιτυχία, τότε το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα θα δώσει την απάντηση και ίσως και έναν τρόπο επικοινωνίας με τους συγκεκριμένους ασθενείς.
«Προσωπική μου άποψη είναι πως δεν εφαρμόζεις τέτοιου είδους μεθόδους σε κλινικές πρακτικές ρουτίνας μέχρι να πραγματοποιηθούν ευρύτερης κλίμακας δοκιμές, που θα επιβεβαιώσουν την αξία τους,» υποστηρίζει ο Joseph T. Giacino, διευθυντής νευροψυχολογικής αποκατάστασης στο νοσοκομείο Spaulding, ο οποίος δεν συμμετείχε στην έρευνα. «Πάντως, φαίνεται πως δεν υπάρχει απλά λίγη συνείδηση, αλλά πολύ, στους ασθενείς που δεν δείχνουν να ανταποκρίνονται στο περιβάλλον τους.»
Οι προσπάθειες για να διαπιστώσει κανείς εάν ένας ασθενής έχει συνείδηση είναι συχνά οδυνηρές για τους συγγενείς του, που καλούνται να αποφασίσουν τι πρέπει να κάνουν με το αγαπημένο τους πρόσωπο που είναι σοβαρά τραυματισμένο. Η περίπτωση της Terri Schiavo, μίας γυναίκας από τη Φλόριδα, που έπεσε σε κώμα όταν σταμάτησε η καρδιά της και αποσυνδέθηκε από το σύστημα μηχανικής υποστήριξης το 2005, έγινε αφορμή να ξεσπάσει διαμάχη ανάμεσα στην οικογένειά της και τους πολιτικούς φορείς. Εντούτοις, οι γιατροί υποστηρίζουν πως το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα δεν θα άλλαζε τη διάγνωση στη συγκεκριμένη περίπτωση.
Η ερευνητική ομάδα, με επικεφαλής τους Damian Cruse και Adrian M. Owen από το Πανεπιστήμιο του Δυτικού Οντάριο, έδωσαν απλές οδηγίες σε 16 άτομα που θεωρούνταν «φυτά»: κάθε φορά που θα άκουγαν το «μπιπ», θα έπρεπε να φανταστούν ότι πιέζουν το δεξί τους χέρι σε μία γροθιά, ενώ με ένα άλλο «μπιπ» έπρεπε να φανταστούν ότι κινούν τα δάχτυλα των ποδιών τους. Πραγματοποιήθηκαν πάνω από 200 επαναλήψεις.
Στα υγιή άτομα που εκτέλεσαν αυτές τις οδηγίες, το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα έδειξε ξεκάθαρη δραστηριότητα στον προκινητικό φλοιό, την περιοχή του εγκεφάλου που σχεδιάζει και προετοιμάζει τις κινήσεις. Το ηλεκτρικό ίχνος, που σχετιζόταν με το χέρι, ήταν πιο ευδιάκριτο από αυτό που σχετιζόταν με τα δάχτυλα των ποδιών.
Οι εγκέφαλοι τριών ασθενών, που θεωρούνταν «φυτά», έδειξαν ακριβώς το ίδιο: τα υποκείμενα ήταν ηλικίας 29, 35 και 45 χρονών, όλοι άντρες, που θεωρούνταν φυτά από τρεις μήνες μέχρι δύο χρόνια.
«Περίπου το 20% αυτών των ασθενών εμφανίζουν αποκρίσεις πανομοιότυπες με αυτές των υγιών εθελοντών,» υποστήριξε ο Δρ. Owen, ο οποίος συνεργάστηκε με νευροεπιστήμονες από το Ιατρικό Κέντρο Έρευνας του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ και το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Λιέγης, στο Βέλγιο. «Πιστεύω πως είναι ένα δυνατό σημάδι της ανικανότητάς μας να διαγνώσουμε σωστά ασθενείς σε κωματώδη κατάσταση.»
Τα τελευταία χρόνια, επιστήμονες που εξειδικεύονται στον εγκέφαλο, βρήκαν πολυάριθμα προβλήματα με τις κλασικές κλινικές εξετάσεις για την αξιολόγηση της επίγνωσης: έλεγξαν κατά πόσο τα μάτια ενός ασθενούς μπορούν να παρακολουθήσουν ένα κινούμενο αντικείμενο και παρακολουθούσαν με προσοχή για τυχόν σημάδια -κινήσεις των δακτύλων ή των βλεφάρων- ως απόκριση σε διαταγές ή ερωτήσεις.
Οι εξετάσεις, όταν δεν πραγματοποιούνται με προσοχή, μπορεί να κατηγοριοποιήσουν λανθασμένα ασθενείς με περιόδους διαλείπουσας επίγνωσης - μία μεταβατική κατάσταση, που ονομάζεται «κατάσταση ελάχιστης συνείδησης». Ακόμα και όταν πραγματοποιούνται από εξειδικευμένο προσωπικό, η νέα μελέτη δείχνει πως οι εξετάσεις μπορούν να οδηγήσουν τους γιατρούς στο λάθος συμπέρασμα ότι ο ασθενής δεν έχει συνείδηση.
Για όσους ασθενείς ανταποκρίνονται, το ηλεκτροεγκεφαλογράφημα μπορεί να αποκαλύψει κάτι που ήταν πολύ καλά κρυμμένο μέχρι πρότινος - περιστατικά ασθενών που θάφτηκαν ζωντανοί, κατά κάποιο τρόπο, λόγω λανθασμένης διάγνωσης.
Σύμφωνα με τους συγγραφείς της μελέτης, η μέθοδος αυτή θα επιτρέψει την αμφίδρομη επικοινωνία με κάποιους από αυτούς τους ασθενείς, και θα τους δώσει τη δυνατότητα να μοιραστούν πληροφορίες για τον εσωτερικό τους κόσμο, τις εμπειρίες και τις ανάγκες τους.
Πηγή
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου