Η χώρα μας είναι μια από τις μεγαλύτερες αγορές κατανάλωσης τσίχλας παγκοσμίως
Στο μάσημα τσίχλας φαίνεται ότι επιδίδονται πολλοί Ελληνες, αφού η χώρα μας κατατάσσεται μεταξύ των μεγαλύτερων αγορών κατανάλωσης τσίχλας παγκοσμίως, με τον συνολικό τζίρο του συγκεκριμένου αγχολυτικού προϊόντος να ξεπερνά τα 115 εκατ. ευρώ. Μόνο το 2006 διακινήθηκαν 3.000 τόνοι τσίχλας στην Ελλάδα, ενώ έχει υπολογιστεί ότι οι Ελληνες μασούν κατά μέσον όρο 286 τσίχλες τον χρόνο. Τα νούμερα αυτά έχουν προσελκύσει όλες τις μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες παραγωγής τσίχλας, οι οποίες έχουν παρουσία στη χώρα μας και διεκδικούν μερίδια αγοράς. Επιπλέον η Ενωση Μαστιχοπαραγωγών Χίου κυκλοφορεί την ελληνική τσίχλα με μαστίχα ΕΛΜΑ, οι ιδιότητες και η ποιότητα της οποίας είναι φημισμένες.
Μπορεί η αξία του προϊόντος να είναι μικρή, τα έσοδα και τα κέρδη όμως των εταιρειών είναι υψηλά και ο ανταγωνισμός έντονος, αφού στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται όλες οι ξένες εταιρείες παραγωγής τσίχλας. Ο λόγος είναι απλός. Οι Ελληνες έχουν παράδοση σε αυτό το προϊόν, λόγω της μαστίχας, ενώ θεωρούνται γνώστες λόγω της μεγάλης ποικιλίας και της έκθεσης που έχουν στις τσίχλες. Πρόκειται για μια αγορά αυθόρμητης κατανάλωσης, καθώς οι αγοραστές δεν ψάχνουν για συγκεκριμένες μάρκες και δεν έχουν κάποιο συναισθηματικό δέσιμο, αφού το προϊόν είναι απλό και η προμήθειά του δεν είναι προγραμματισμένη.
Οι κυριότερες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην αγορά της τσίχλας στη χώρα μας, σύμφωνα με στοιχεία της Nielsen, είναι η Cadbury με μερίδιο 59% και με τις μάρκες Trident (39%), Dentyne (11,5%), V6 (8%) και Stimorol, η Perfetti με μερίδιο 14% και τις μάρκες Vivident (13%) και Mentos, η Wrigley με 17% μερίδιο και τις μάρκες Orbit (16%) και Wrigley, η Ενωση Μαστιχοπαραγωγών με την ΕΛΜΑ και μερίδιο 7% και η Σαράντης με τη Lifedrops και 2%, καθώς και διάφορες άλλες εταιρείες με συνολικό μερίδιο 1%. Η αγορά της τσίχλας δείχνει αυξητική πορεία τα τελευταία χρόνια και αναμένεται να αυξηθεί περίπου κατά 6% το 2007 λόγω της προσθήκης νέων, καινοτόμων, προϊόντων που ενισχύουν και στηρίζουν την αναπτυξιακή πορεία της.
Δύο νέα προϊόντα τσίχλας, που χαροποιούν τα παιδιά και όχι μόνο αλλά και τα ταμεία των εταιρειών, αποτελούν τα γεμιστά κουφέτα (είδος τσίχλας) και τα μπουκάλια (πρωτότυπη συσκευασία), τα οποία έχουν υιοθετήσει οι περισσότερες επιχειρήσεις, αφού είδαν ότι αποφέρουν έσοδα. Τα τελευταία χρόνια το γεμιστό κουφέτο συμβάλλει σημαντικά στην αύξηση κερδών των εταιρειών τσίχλας. Αξίζει να αναφερθεί ότι το συγκεκριμένο προϊόν λανσαρίστηκε πρώτα στην Ελλάδα από όλον τον κόσμο γιατί θεωρείται μια ώριμη αγορά. Αλλη τάση της αγοράς είναι τα μπουκάλια, οι πωλήσεις των οποίων έφτασαν τα 4,5 εκατ. ευρώ αντιπροσωπεύοντας το 4% της συνολικής αγοράς, ποσοστό το οποίο αναμένεται να αυξηθεί.
Οι εξελίξεις της τσίχλας στην εμφάνιση, στη γεύση και στη συσκευασία της μπορεί να είναι εντυπωσιακές αλλά στην ουσία πρόκειται για ένα προϊόν η ιστορία του οποίου χάνεται μέσα στους αιώνες. Οι πρώτες μαρτυρίες για τη χρήση αυτού του διαδεδομένου πλέον προϊόντος προέρχονται από την αρχαία Ελλάδα. Οι γυναίκες της αρχαίας Ελλάδας μασούσαν τσίχλα ή μαστίχα για να γλυκάνουν την αναπνοή τους και να καθαρίσουν τα δόντια τους. Ο Διοσκουρίδης, ένας Ελληνας που ησχολείτο με την Ιατρική, χρησιμοποίησε πασπαλισμένη μαστίχα σαν φάρμακο περίπου το 50 μ.Χ. και από τότε χρησιμοποιείτο για αυτόν τον σκοπό στη Χίο. Στην Κεντρική Αμερική οι αρχαίοι Μάγιας μασούσαν το ρετσίνι από ένα δέντρο. Αυτό το ρετσίνι ονομαζόταν τσίχλα και αποτελεί τη βάση της ιστορίας για τη μοντέρνα τσίχλα.
Πάντως οι άποικοι της Αμερικής ήταν οι πρώτοι που προχώρησαν στο εμπόριο της τσίχλας πουλώντας σβόλους από τη ρητίνη του ελάτου ως και τον 19ο αιώνα. Σημειώνεται ότι η πρώτη οργανωμένη επιχείρηση παραγωγής και εμπορίας τσίχλας ιδρύθηκε το 1848 από τους αδελφούς Curtius.
Η μοναδική ελληνική μαστίχα
Μπορεί η μαστίχα να ήταν γνωστή από την αρχαιότητα, καθώς υπάρχουν αναφορές για τη χρήση αυτού του προϊόντος σε συγγράμματα αρχαίων ιστορικών, όπως του Ηροδότου, αλλά η τσίχλα με μαστίχα παρασκευάστηκε για πρώτη φορά από την Ενωση Μαστιχοπαραγωγών Χίου ύστερα από μακρές δοκιμές το 1957. Την ίδια χρονιά παρήχθησαν 11.387 κιλά τσίχλας. Την επόμενη χρονιά διατέθηκαν στο εσωτερικό 40.800 κιλά τσίχλας με μαστίχα ενώ στο εξωτερικό 38.900 κιλά. Το 1959 δίνεται στην τσίχλα με μαστίχα το όνομα ΕΛΜΑ (Ελληνική Μαστίχα).
Το 1985 η αυξημένη ζήτηση οδηγεί στην ίδρυση του εργοστασίου της τσίχλας ΕΛΜΑ που λειτουργεί στην περιοχή της Καρδαμάδας στη Χίο, ενώ έχει χαρακτηριστεί προϊόν ΠΟΠ (Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης). Σήμερα η ΕΛΓΕΚΑ είναι ο αποκλειστικός διανομέας της τσίχλας ΕΛΜΑ, οι πωλήσεις της οποίας ανήλθαν στα 6 εκατ. ευρώ το 2007 και στα 5,3 εκατ. ευρώ το 2006, ενώ τα τεμάχια άγγιξαν τους 200 τόνους το 2006. Εκτός από την Ελλάδα, η τσίχλα διανείμενεται και στο εξωτερικό, όπως σε Κύπρο, Λίβανο, Αραβικά Εμιράτα, Σαουδική Αραβία και Αμερική.
Πηγή
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου