Βηματοδότες της διάθεσης
Η βαριά, ανθεκτική κατάθλιψη μπορεί να αντιμετωπιστεί με μόνιμα ηλεκτρόδια που διεγείρουν συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου, επιβεβαιώνει μια νέα, καλύτερα σχεδιασμένη μελέτη. Μάλιστα, εξίσου σημαντική και μακροπρόθεσμη βελτίωση εμφάνισαν και οι ασθενείς με διπολική διαταραχή, παλιότερα γνωστή ως μανιοκατάθλιψη.
Η σχετικά νέα μέθοδος της «εν τω βάθει εγκεφαλικής διέγερσης», ή DBS, χρησιμοποιείται ήδη σε ασθενείς με επιληψία ή νόσο του Πάρκινσον και έχει δώσει ενθαρρυντικά αποτελέσματα στην κατάθλιψη και την ψυχαναγκαστική διαταραχή.
Δεδομένου ότι αρκετοί ασθενείς δεν ανταποκρίνονται στα αντικαταθλιπτικά φάρμακα ούτε στην ψυχοθεραπεία, τα αποτελέσματα που έδωσε η DBS στην τελευταία έρευνα «φαίνονται σχεδόν μαγικά», σχολιάζει ο δικτυακός τόπος του Nature, επισημαίνοντας όμως ότι η επέμβαση στον εγκέφαλο ενέχει κάποιους κινδύνους.
Από τους 12 ασθενείς με μονοπολική ή διπολική κατάθλιψη, στους οποίους χρησιμοποιήθηκαν τα εμφυτεύματα για διάστημα μιας διετίας, μόνο ένας δεν παρουσίασε σημαντική βελτίωση, ενώ στους περισσότερους άλλους εθελοντές τα συμπώματα είχαν εξαφανιστεί εντελώς.
Υπήρχαν όμως ακόμα πέντε ασθενείς που υποβλήθηκαν στην επέμβαση, αλλά αργότερα χρειάστηκε να τους αφαιρεθούν τα εμφυτεύματα.
Η νέα μελέτη δημοσιεύεται στο Archives of General Psychiatry.
Εκατοντάδες ακόμα ασθενείς συμμετέχουν στη Φάση ΙΙΙ των κλινικών δοκιμών που διεξάγουν σε Ευρώπη και Αμερική δύο κατασκευαστές των εμφυτεύσιμων συσκευών.
Τα ηλεκτρόδια διεγείρουν μονίμως περιοχές του εγκεφάλου όπως το παροσφρητικό προσαγώγιο και ο επικλινής πυρήνας -τμήματα ενός νευρικού κυκλώματος που πιστεύεται ότι συνδέεται με την κατάθλιψη.
Σύγκριση με placebo
Μελέτες για την μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα της DBS είχαν δημοσιευτεί και στο παρελθόν, ωστόσο η νέα έρευνα είναι η πρώτη που συνέκρινε την αποτελεσματικότητά της με το placebo, δηλαδή με μια «ψευδοθεραπεία» που θα μπορούσε να υποβάλλει τους ασθενείς στην ιδέα ότι βελτιώθηκαν.
Κανονικά, οι ασθενείς στην ομάδα του placebο θα έπρεπε να υποβληθούν στην επέμβαση χωρίς όμως να ενεργοποιηθεί η συσκευή. Όμως αυτού του είδους οι «ψεύτικες» επεμβάσεις είναι ηθικά απαράδεκτες, γεγονός που δυσχεραίνει τις έρευνες.
Η νευρολόγος Χέλεν Μέιμπεργκ και οι συνεργάτες της στο Πανεπιστήμιο Emory της Atlanta παρέκαμψαν το πρόβλημα με ένα απλό και ηθικά αποδεκτό τέχνασμα: εμφύτευσαν τις συσκευές σε όλους τους ασθενείς, έπειτα όμως τους είπαν ότι θα τους χώριζαν σε δύο ομάδες, από τις οποίες η μία θα περίμενε τέσσερις εβδομάδες μέχρι να ενεργοποιηθούν τα ηλεκτρόδια. Στην πραγματικότητα, οι συσκευές έμειναν ανενεργές για τέσσερις εβδομάδες σε όλους τους ασθενείς.
Η ανάλυση των αποτελεσμάτων έδειξε ότι οι ασθενείς δεν επηρεάστηκαν από το φαινόμενο placebo, αλλά ωφελήθηκαν πραγματικά όταν ενεργοποιήθηκε η συσκευή, έστω κι αν χρειάστηκαν μήνες για να υποχωρήσουν πλήρως τα συμπτώματα.
«Χαρήκαμε ιδιαίτερα που οι διπολικοί ασθενείς βελτιώθηκαν εξίσου με τους μονοπολικούς ασθενείς, δεδομένου ότι η διπολική κατάθλιψη είναι διαβότα δύσκολο να αντιμετωπιστεί» σχολιάζει η Δρ Μέιγμπεργκ.
Πηγή
H συσκευή εμφυτεύεται στην περιοχή του λαιμού και συνδέεται μέσω καλωδίων με συγκεκριμένα σημεία του εγκεφάλου
Η βαριά, ανθεκτική κατάθλιψη μπορεί να αντιμετωπιστεί με μόνιμα ηλεκτρόδια που διεγείρουν συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου, επιβεβαιώνει μια νέα, καλύτερα σχεδιασμένη μελέτη. Μάλιστα, εξίσου σημαντική και μακροπρόθεσμη βελτίωση εμφάνισαν και οι ασθενείς με διπολική διαταραχή, παλιότερα γνωστή ως μανιοκατάθλιψη.
Η σχετικά νέα μέθοδος της «εν τω βάθει εγκεφαλικής διέγερσης», ή DBS, χρησιμοποιείται ήδη σε ασθενείς με επιληψία ή νόσο του Πάρκινσον και έχει δώσει ενθαρρυντικά αποτελέσματα στην κατάθλιψη και την ψυχαναγκαστική διαταραχή.
Δεδομένου ότι αρκετοί ασθενείς δεν ανταποκρίνονται στα αντικαταθλιπτικά φάρμακα ούτε στην ψυχοθεραπεία, τα αποτελέσματα που έδωσε η DBS στην τελευταία έρευνα «φαίνονται σχεδόν μαγικά», σχολιάζει ο δικτυακός τόπος του Nature, επισημαίνοντας όμως ότι η επέμβαση στον εγκέφαλο ενέχει κάποιους κινδύνους.
Από τους 12 ασθενείς με μονοπολική ή διπολική κατάθλιψη, στους οποίους χρησιμοποιήθηκαν τα εμφυτεύματα για διάστημα μιας διετίας, μόνο ένας δεν παρουσίασε σημαντική βελτίωση, ενώ στους περισσότερους άλλους εθελοντές τα συμπώματα είχαν εξαφανιστεί εντελώς.
Υπήρχαν όμως ακόμα πέντε ασθενείς που υποβλήθηκαν στην επέμβαση, αλλά αργότερα χρειάστηκε να τους αφαιρεθούν τα εμφυτεύματα.
Η νέα μελέτη δημοσιεύεται στο Archives of General Psychiatry.
Εκατοντάδες ακόμα ασθενείς συμμετέχουν στη Φάση ΙΙΙ των κλινικών δοκιμών που διεξάγουν σε Ευρώπη και Αμερική δύο κατασκευαστές των εμφυτεύσιμων συσκευών.
Τα ηλεκτρόδια διεγείρουν μονίμως περιοχές του εγκεφάλου όπως το παροσφρητικό προσαγώγιο και ο επικλινής πυρήνας -τμήματα ενός νευρικού κυκλώματος που πιστεύεται ότι συνδέεται με την κατάθλιψη.
Σύγκριση με placebo
Μελέτες για την μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα της DBS είχαν δημοσιευτεί και στο παρελθόν, ωστόσο η νέα έρευνα είναι η πρώτη που συνέκρινε την αποτελεσματικότητά της με το placebo, δηλαδή με μια «ψευδοθεραπεία» που θα μπορούσε να υποβάλλει τους ασθενείς στην ιδέα ότι βελτιώθηκαν.
Κανονικά, οι ασθενείς στην ομάδα του placebο θα έπρεπε να υποβληθούν στην επέμβαση χωρίς όμως να ενεργοποιηθεί η συσκευή. Όμως αυτού του είδους οι «ψεύτικες» επεμβάσεις είναι ηθικά απαράδεκτες, γεγονός που δυσχεραίνει τις έρευνες.
Η νευρολόγος Χέλεν Μέιμπεργκ και οι συνεργάτες της στο Πανεπιστήμιο Emory της Atlanta παρέκαμψαν το πρόβλημα με ένα απλό και ηθικά αποδεκτό τέχνασμα: εμφύτευσαν τις συσκευές σε όλους τους ασθενείς, έπειτα όμως τους είπαν ότι θα τους χώριζαν σε δύο ομάδες, από τις οποίες η μία θα περίμενε τέσσερις εβδομάδες μέχρι να ενεργοποιηθούν τα ηλεκτρόδια. Στην πραγματικότητα, οι συσκευές έμειναν ανενεργές για τέσσερις εβδομάδες σε όλους τους ασθενείς.
Η ανάλυση των αποτελεσμάτων έδειξε ότι οι ασθενείς δεν επηρεάστηκαν από το φαινόμενο placebo, αλλά ωφελήθηκαν πραγματικά όταν ενεργοποιήθηκε η συσκευή, έστω κι αν χρειάστηκαν μήνες για να υποχωρήσουν πλήρως τα συμπτώματα.
«Χαρήκαμε ιδιαίτερα που οι διπολικοί ασθενείς βελτιώθηκαν εξίσου με τους μονοπολικούς ασθενείς, δεδομένου ότι η διπολική κατάθλιψη είναι διαβότα δύσκολο να αντιμετωπιστεί» σχολιάζει η Δρ Μέιγμπεργκ.
Πηγή
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου