Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2011

Επιγενετικές αλλαγές προκαλούν ψυχικές διαταραχές

 Περιβαλλοντικοί παράγοντες επιδρούν στη λειτουργία γονιδίων που σχετίζονται με τη σχιζοφρένεια και τη μανιοκατάθλιψη
Επιγενετικές αλλαγές προκαλούν ψυχικές διαταραχές
Επιγενετικές αλλαγές οι οποίες υποδεικνύουν στα γονίδια τον τρόπο λειτουργίας τους επιδρούν στην εμφάνιση σχιζοφρένειας και μανιοκατάθλιψης

Μελέτες σε διδύμους έδειξαν ότι άτομα με σχιζοφρένεια και διπολική διαταραχή (μανιοκατάθλιψη) εμφανίζουν αλλαγές στη δραστηριότητα γονιδίων τους οι οποίες προκαλούνται από το περιβάλλον. Τα νέα ευρήματα παρέχουν τις ισχυρότερες μέχρι σήμερα ενδείξεις σχετικά με το ότι επιγενετικές αλλαγές μπορεί να προκαλούν τις σοβαρές αυτές ψυχικές διαταραχές.
Ο Τζόναθαν Μιλ του Ινστιτούτου Ψυχιατρικής στο King’s College του Λονδίνου και οι συνεργάτες του «σάρωσαν» το γονιδίωμα 22 ζευγών ταυτόσημων διδύμων – ένας από τους δύο διδύμους σε κάθε ζεύγος είχε διαγνωσθεί με σχιζοφρένεια ή διπολική διαταραχή.

Επιγενετικές διαφορές
Οπως ήταν αναμενόμενο οι δίδυμοι που μελετήθηκαν μοιράζονταν το ίδιο DNA. Παρόλα αυτά εμφάνιζαν σημαντικές διαφορές σε χημικές επιγενετικές σημάνσεις – πρόκειται για διαφορές που δεν αλλάζουν την αλληλουχία του DNA αλλά αφήνουν χημικά σημάδια επάνω στα γονίδια τα οποία δίνουν εντολές σχετικά με το πόσο δραστήρια πρέπει να είναι. Οι αλλαγές που εντόπισαν οι ειδικοί βρίσκονταν σε γονίδια που έχουν συνδεθεί με τη σχιζοφρένεια και τη μανιοκατάθλιψη.
Συγκεκριμένα η ομάδα του δρος Μιλ αναζήτησε διαφορές στην πρόσδεση χημικών ομάδων μεθυλίου σε 27.000 σημεία του γονιδιώματος. Η μεθυλίωση (η προσθήκη δηλαδή ομάδων μεθυλίου στο γονιδίωμα) αποσιωπά τα γονίδια, ενώ αντιθέτως η απομεθυλίωση τα κάνει ενεργά.

Γονίδιο -«κλειδί»
Ανεξαρτήτως της ψυχικής διαταραχής από την οποία έπασχε ο δίδυμος του κάθε ζεύγους, οι σημαντικότερες διαφορές, με διακύμανση στη μεθυλίωση που έφθανε ως και το 20%, παρατηρήθηκαν στον «διακόπτη» ενός γονιδίου το οποίο ονομάζεται ST6GALNAC1. Το συγκεκριμένο γονίδιο έχει συνδεθεί με τη σχιζοφρένεια. Αν και η δράση του δεν είναι απολύτως γνωστή, θεωρείται ότι προσθέτει σάκχαρα σε πρωτεΐνες, με αποτέλεσμα να αλλάζει η ταχύτητα της συμβατικής λειτουργίας των γονιδίων που τις κωδικοποιούν.
Τα ευρήματα αυτά συμπληρώθηκαν από κάποια άλλα της ίδιας ομάδας τα οποία αφορούσαν τον μετά θάνατον έλεγχο εγκεφαλικού ιστού ατόμων με κάποια μορφή ψύχωσης. Οι ερευνητές εντόπισαν διαφορές ως και 25% στη μεθυλίωση του ίδιου γονιδίου – δηλαδή του ST6GALNAC1- στα άτομα με ψύχωση σε σύγκριση με υγιή άτομα.

Δύο όψεις του ίδιου νομίσματος
Η μελέτη των διδύμων αποκάλυψε επίσης διαφορές στη μεθυλίωση του γονιδίου GPR24, το οποίο έχει συνδεθεί στο παρελθόν με τη διπολική διαταραχή. Παράλληλα ένα άλλο γονίδιο που ονομάζεται ZNF659, έδειξε υπερμεθυλίωση στα άτομα με σχιζοφρένεια και υπομεθυλίωση σε εκείνα με διπολική διαταραχή. Αυτό μαρτυρεί ότι οι δύο αυτές διαταραχές μπορεί να είναι το αποτέλεσμα διαφορετικής δραστηριότητας του ίδιου γονιδίου, όπως σημειώνουν οι ερευνητές στο επιστημονικό περιοδικό «Human Molecular Genetics».
«Γνωρίζουμε ότι υπάρχει σχέση μεταξύ των δύο διαταραχών και ότι μοιράζονται  κοινά κλινικά χαρακτηριστικά» σημείωσε ο δρ Μιλ και προσέθεσε: «Η νέα μελέτη μας όμως δείχνει ότι υπάρχουν κάποια γονίδια που πιθανότατα είναι υπερενεργά στη μια πάθηση και υποενεργά στην άλλη». 

Τακτικός έλεγχος των διδύμων
Σύμφωνα με τον ειδικό, οι δίδυμοι θα πρέπει να ελέγχονται τακτικά σε ολόκληρη τη ζωή τους προκειμένου να φανεί εάν οι επιγενετικές αλλαγές προηγούνται της εμφάνισης των διαταραχών. Εάν οι επιστήμονες έχουν τέτοια στοιχεία στα χέρια τους, τότε ίσως μελλοντικά θα μπορούν οι επιγενετικές αλλαγές να συνδεθούν με περιβαλλοντικές αλλαγές όπως είναι η διατροφή ή κάποια στρεσογόνα γεγονότα (τέτοιου είδους περιβαλλοντικοί παράγοντες έχει αποδειχθεί ότι προκαλούν κληρονομικές επιγενετικές αλλαγές σε ποντίκια).
«Πιστεύω ότι αυτά τα στοιχεία παρέχουν τις ισχυρότερες μέχρι σήμερα ενδείξεις από μελέτες σε ανθρώπους σχετικά με το ότι οι επιγενετικοί μηχανισμοί οδηγούν στην εμφάνιση ψυχικών διαταραχών» ανέφερε, σχολιάζοντας τα νέα ευρήματα, ο Ντέιβιντ Σουέτ, ειδικός στην επιγενετική από το Πανεπιστήμιο της Αλαμπάμα ο οποίος δεν συμμετείχε στη μελέτη.

Πηγή

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου