Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2011

Το φαΐ δείχνει νοστιμότερο με άδειο στομάχι

Είναι γνωστό ότι δεν θα πρέπει να πηγαίνουμε στο σούπερ μάρκετ όταν πεινάμε, γιατί έχουμε περισσότερες πιθανότητες να αγοράσουμε ανθυγιεινά και παχυντικά τρόφιμα


Σήμερα, μία νέα μελέτη του εγκεφάλου αποκαλύπτει το γιατί: ο εγκέφαλός μας λαχταρά το ανθυγιεινό φαγητό όταν έχουμε άδειο στομάχι.
Η μελέτη, που διεξήχθη από ερευνητές του Πανεπιστημίου του Γέηλ και της Νότιας Καλιφόρνια, πραγματοποιήθηκε σε 14 άντρες και γυναίκες -κάποιοι από τους οποίους ήταν υγιής και σε φυσιολογικό σωματικό βάρος, ενώ κάποιοι άλλοι παχύσαρκοι. Οι ερευνητές τοποθέτησαν στους συμμετέχοντες μία συσκευή που έλεγχε ενδοφλέβια τα επίπεδα γλυκόζης, με στόχο να υπολογίσουν κατά προσέγγιση την πείνα και την πληρότητα, και στη συνέχεια υποβάλλονταν σε λειτουργική απεικόνιση μαγνητικού συντονισμού (fMRI).
Την ώρα που οι συμμετέχοντες βρίσκονταν μέσα στο σκάνερ, κοιτούσαν φωτογραφίες από διάφορα φαγητά -κάποια με πολλές θερμίδες και κάποια με λίγες- και φωτογραφίες από άλλα αντικείμενα, άσχετα από φαγητά. Για να διασφαλιστεί ότι οι συμμετέχοντες δεν ήταν πολύ πεινασμένοι ή πολύ χορτάτοι, το τεστ πραγματοποιήθηκε δύο ώρες μετά το γεύμα.
Όταν τα ποσοστά γλυκόζης των συμμετεχόντων ήταν περίπου στα φυσιολογικά επίπεδα, ο εγκέφαλός τους έδειξε μεγαλύτερη δραστηριότητα στον προμετωπιαίο φλοιό, την περιοχή δηλαδή που ευθύνεται για τις εκτελεστικές λειτουργίες, όπως η λογική, η σκέψη και ο σχεδιασμός. Πρόκειται για την περιοχή που βοηθά στον έλεγχο των συναισθημάτων και των παρορμήσεων, όπως η επιθυμία για ανθυγιεινά φαγητά υψηλών θερμίδων.
Όταν όμως τα επίπεδα γλυκόζης έπεσαν, μία βαθύτερη περιοχή του εγκεφάλου, που περιλαμβάνει τον υποθάλαμο, το θάλαμο και τον επικλινή πυρήνα, άρχισε να φωτίζεται. Οι περιοχές αυτές σχετίζονται με το συναισθηματικό και μεταιχμιακό σύστημα, ενώ παίζουν βασικό ρόλο στην παρακίνηση, την ανταμοιβή και τον εθισμό.
Αυτό συμβαίνει γιατί είναι μία σημαντική στρατηγική επιβίωσης: όταν τα επίπεδα γλυκόζης πέφτουν, είναι ένα σημάδι ότι το σώμα ξεμένει από καύσιμα, απαραίτητα για να επιβιώσει. Ως απόκριση, άρεται οποιοσδήποτε φραγμός για φαγητό. Κάνοντας τα τρόφιμα -ειδικά αυτά υψηλής θερμιδικής αξίας με γλυκόζη- να δείχνουν ωραία, είναι ένας γρήγορος και αποτελεσματικός τρόπος για την αναπλήρωση των αποθεμάτων που φθίνουν.
Αν και αυτή η δραστηριότητα του εγκεφάλου σημειώνεται μόνο όταν είναι χαμηλά τα επίπεδα γλυκόζης στα άτομα με φυσιολογικό σωματικό βάρος, στα υπέρβαρα άτομα υπήρχε έλλειψη ρύθμισης.


Υπό φυσιολογικές συνθήκες, όταν το σώμα προσλαμβάνει θερμίδες, το σύστημα επιβράβευσης του εγκεφάλου «σωπαίνει» και αναλαμβάνουν τα ηνία περιοχές που σχετίζονται με την εκτελεστική λειτουργία. Για τα άτομα με φυσιολογικό βάρος, αυτό σημαίνει πως τα ελκυστικά φαγητά αρχίζουν να χάνουν το ακαταμάχητο ενδιαφέρον τους. Για κάποιον λόγο όμως, στα παχύσαρκα άτομα, ο «διακόπτης» της επιβράβευσης κολλάει και μένει συνέχεια ανοιχτός, με αποτέλεσμα να υπάρχει ακατάπαυστη επιθυμία για φαγητό.
«Αυτό που συμβαίνει στους αδύνατους ανθρώπους, όταν πέφτουν τα επίπεδα ζάχαρης στο αίμα τους, είναι ότι ενεργοποιείται η εκτελεστική τους λειτουργία - η περιοχή δηλαδή που σχετίζεται με τη λήψη αποφάσεων» εξηγεί ο Robert Sherwin, καθηγητής ιατρικής στο Γέηλ και κύριος συγγραφέας της μελέτης, που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Clinical Investigation. «Αυτή η εκτελεστική λειτουργία ελέγχει το σύστημα επιβράβευσης, το οποίο είναι κατά πολύ λιγότερο ενεργοποιημένο. Στα παχύσαρκα άτομα, όμως, αυτός ο εκτελεστικός έλεγχος δεν είναι ενεργοποιημένος όταν πέφτουν τα επίπεδα ζάχαρης στο αίμα, με αποτέλεσμα το σύστημα επιβράβευσης να παραμένει ενεργοποιημένο και να έχει κυρίαρχο ρόλο ακόμα και εάν δεν νιώθουν πείνα.»
Απόρροια αυτού είναι ένας βιολογικός οδηγός, που ωθεί τα παχύσαρκα άτομα να συνεχίσουν να τρώνε, ακόμα και όταν έχουν χορτάσει. Μπορεί, βέβαια, να μην «βλέπουν» το φαΐ με τον ίδιο τρόπο, όπως τα αδύνατα άτομα, γιατί τα σήματα επιβράβευσης και επιθυμίας στέλνουν συνεχώς μηνύματα ότι θέλουν να φάνε, και μάλιστα τροφές με πολλές θερμίδες.
«Δεν γνωρίζουμε γιατί, όπως δεν γνωρίζουμε και εάν η κατάσταση αυτή είναι αναστρέψιμη, αλλά τα αποτελέσματα δείχνουν πως ίσως να υπάρχει μία βιολογική διαφορά, όπου όταν κάποιος γίνεται παχύσαρκος, το κίνητρό του για φαγητό όταν βλέπει μία διαφήμιση ή μία εικόνα μπορεί να μην είναι κάτω από τα ίδια συστήματα ελέγχου, όπως εκείνα των αδύνατων ατόμων,» δηλώνει ο Sherwin.
Αυτό ενδεχομένως να αποδειχτεί ένα σημαντικό στοιχείο για την κατανόηση της παχυσαρκίας και, εάν επιβεβαιωθούν τα ευρήματα, τότε μπορεί να οδηγηθούμε σε πιο αποτελεσματικούς τρόπους χαλιναγώγησης του σωματικού βάρους, ξεκινώντας όχι από το πιάτο αλλά από τον εγκέφαλο.

Πηγή

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου