Θυμάμαι ένα ρεπορτάζ τηλεοπτικού δελτίου που παρουσίαζε με καμάρι και θαυμασμό ένα παιδί 10 χρονών το οποίο ήταν, σύμφωνα με τα λόγια του παρουσιαστή, «απίστευτης ευφυΐας». Το ρωτούσε π.χ. για τη Νικαράγουα και του έλεγε, σαν ποίημα, τον πληθυσμό, τη γλώσσα, θρησκεία, νόμισμα, κ.τ.λ. όλα δηλαδή τα στοιχεία που συναντούσε στις σελίδες του βιβλίου της γεωγραφίας.
Απίστευτης ευφυΐας…
Μήπως απλώς απίστευτης μνήμης;
Έχουμε ένα καναρίνι το οποίο το αφήνουμε ελεύθερο να τριγυρίζει στο σπίτι. Είναι χαρακτηριστικό ότι τη στιγμή ακριβώς που στρώνουμε τραπεζομάντιλο για το μεσημεριανό βγαίνει από το κλουβί και στρογγυλοκάθεται στο τραπέζι, περιμένοντας να φάει.
Έξυπνο πουλί.
Μήπως απλώς αντανακλαστικά συντελεστικής μάθησης;
Στο άρθρο αυτό θα αναλύσουμε την έννοια της ευφυΐας. Θα δούμε από τι απαρτίζεται, πώς ορίζεται και αν τελικά μπορεί να μετρηθεί.
Ορισμός
Ας τα πάρουμε όλα με τη σειρά. Κάθε φορά που γίνεται μια συζήτηση, είναι απολύτως απαραίτητο να ξεκαθαρίζουν οι συζητητές το βασικότερο στοιχείο της συζήτησης: Τον ορισμό της έννοιας που βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση. Μου έχει τύχει πάρα πολλές φορές να παρευρεθώ σε συζητήσεις και να παλεύω να εξηγήσω ότι ο λόγος που διαφωνούν είναι γιατί, πολύ απλά, έχουν διαφορετική εικόνα της έννοιας (π.χ. φιλία) που συζητούν. Ας δούμε λοιπόν πώς ορίζεται η ευφυΐα:
Ορισμός από την Αμερικανική Εταιρεία Ψυχολογίας: Ικανότητα κατανόησης σύνθετων προβλημάτων, προσαρμογή στο περιβάλλον, μάθηση από τις εμπειρίες, ικανότητα συμμετοχής σε διάφορες συζητήσεις, υπερπήδηση εμποδίων με χρήση σκέψης. Παρόλο που υπάρχουν διαφορές στα επίπεδα αυτών των ικανοτήτων από άτομο σε άτομο, ωστόσο υπάρχουν όλες σε κάποιο βαθμό σε όλα τα άτομα.
Υπάρχουν κι άλλοι ορισμοί χωρίς να διαφέρουν, ουσιαστικά, από τον παραπάνω. Είναι άλλωστε τόσο γενικός κι αόριστος, ώστε να καλύπτει τις βασικές πτυχές της ανθρώπινης γνωστικής δραστηριότητας και να εμπεριέχει κάθε άλλο ορισμό καθώς και όλο σχεδόν το φάσμα των ανθρώπινων ικανοτήτων. Γι αυτό και υπάρχει τόσο μεγάλη σύγχυση, όχι μόνο σε επιστημονικό επίπεδο, γύρω απ’ αυτό το θέμα. Αυτό ωστόσο δεν εμπόδισε κάποιους ψυχολόγους να ξεκινήσουν προσπάθειες μέτρησης της.
Θα πρέπει οπωσδήποτε, πριν προχωρήσουμε στα τεστ νοημοσύνης, να σημειωθεί ότι η έννοια της νοημοσύνης είναι άμεσα συνυφασμένη με το δυτικό τρόπο σκέψης που βάζει στο κέντρο των πάντων το άτομο. Στην ανατολική φιλοσοφία όπου η έννοια του συνόλου είναι πιο σημαντική απ’ αυτήν του ατόμου, η ευφυΐα συναντάται αλλά δεν της δίνεται τόσο μεγάλη βαρύτητα όσο σε μας.
Τεστ Νοημοσύνης
Είναι προφανές ότι για τους περισσότερους, η ευφυΐα είναι μια καθαρά γνωστική ικανότητα (κάποιοι μιλάνε, όπως θα δούμε αργότερα, και για άλλων ειδών νοημοσύνες όπως κινητική, ενδοπροσωπική, κ.α.). Αναπτύσσεται με την ηλικία αν και, κατά βάση, το δυναμικό της φαίνεται από τις απαρχές της παιδικής ηλικίας. Έχει ως άμεσο αποτέλεσμα πολύ καλές σχολικές επιδόσεις, διακρίσεις σε ακαδημαϊκό επίπεδο και επιτυχία στη ζωή.
Είναι πράγματι η νοημοσύνη αναγκαίος και επαρκής παράγοντας για όλες αυτές τις επιτυχίες; Όπως θα δούμε σε επόμενο άρθρο, ο πλέον σημαντικός παράγοντας δεν είναι η γνωστική νοημοσύνη (στην ουσία αυτήν διαπραγματευόμαστε στην παρούσα συζήτηση και σ’ αυτήν αναφέρονται οι περισσότεροι όταν μιλούν για «εξυπνάδα») αλλά η συναισθηματική νοημοσύνη, δηλαδή η καλλιέργεια και ο χειρισμός των συναισθημάτων μας. Προς το παρόν ας δούμε τα τεστ νοημοσύνης. Κι επειδή συχνά συναντάμε τους όρους «εγκυρότητα» και «αξιοπιστία», ειδικά όταν μιλάμε για τεστ, ας δούμε τι σημαίνουν. Θα χρησιμοποιήσω απλή ορολογία για ευκολία στην κατανόηση.
Εγκυρότητα: Πολύ απλά, ένα τεστ είναι έγκυρο όταν πραγματικά μετράει το χαρακτηριστικό που υποτίθεται ότι φτιάχτηκε να μετράει. Π.χ. Αν θέλουμε να μετρήσουμε το βάρος ενός ατόμου, προφανώς θα είμαστε μη έγκυροι αν αντί για ζυγαριά πάρουμε μια μεζούρα…
Αξιοπιστία: Αντίστοιχα, ένα τεστ είναι αξιόπιστο όταν μετρά σωστά αυτό που υποτίθεται ότι μετράει. Δηλαδή, το να χρησιμοποιούμε ζυγαριά για να μετρήσουμε το βάρος ενός ατόμου μας κάνει έγκυρους, αν η ζυγαριά όμως χάνει τότε είμαστε αναξιόπιστοι.
Φαίνεται εύκολο να φροντίσει κάποιος για την εγκυρότητα και αξιοπιστία ενός τεστ, δεν είναι όμως έτσι. Ειδικά για τη νοημοσύνη, τα πράγματα είναι εξαιρετικά ασαφή καθώς κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς πρέπει να μετρήσει για να είναι σίγουρος ότι μετρά νοημοσύνη. Περαιτέρω, είναι ακόμη πιο δύσκολο να είναι σίγουρος ότι τα μέτρησε σωστά.
Οι δυσκολίες αυτές όμως δεν πτόησαν του ψυχολόγους που ξεκίνησαν, από τα τέλη του 19ου αιώνα, προσπάθειες μέτρησής της.
Η προσπάθεια να μετρηθεί η νοημοσύνη θεωρείται ότι ξεκίνησε από τον Francis Galton, ανιψιό του Δαρβίνου.
Ο Galton σπούδασε ιατρική κι έκανε πολλά ταξίδια σε διάφορες χώρες, Σταδιακά άρχισε να αναπτύσσει τη θεωρία περί ευγονικής ενώ τα ταξίδια του στην Αφρική τον έκαναν να πιστέψει ότι οι ιθαγενείς ήταν τουλάχιστον 2 επίπεδα πιο χαμηλά, όσον αφορά τις νοητικές τους ικανότητες, από τη φυλή των ΑγγλοΣαξόνων. Στη συνέχεια εφηύρε μια σειρά από τεστ με σκοπό να μετρήσουν το δυναμικό των ανθρώπων. Παρόλο που θεωρείται το πρώτο τεστ νοημοσύνης, οι δοκιμασίες του στην ουσία μετρούσαν το αισθητηριακό δυναμικό των ανθρώπων (τον υψηλότερο ήχο που μπορούσε να συλλάβει κανείς, διάκριση κουτιών με διαφορετικό περιεχόμενο και βάρος, κ.τ.λ.)
Τη δουλειά πάνω στη μέτρηση της ανθρώπινης εξυπνάδας ανέλαβε να συνεχίσει ένας συνεργάτης του Galton ο James Catell Ξεκίνησε τις σπουδές του δίπλα στον πρώτο ψυχολόγο που προσπάθησε να μετρήσει ανθρώπινα χαρακτηριστικά (όπως το χρόνο αντίδρασης, τη συναίσθηση διαφορετικών βαρών, κ.α. αυτά δηλαδή που προσπάθησε να μετρήσει λίγα χρόνια αργότερα και ο Galton) τον Wilhelm Wundt . Επιστρέφοντας στην Αμερική δούλεψε πάρα πολύ στην αναγνώριση της ψυχολογίας ως επιστήμης ισότιμης με τις φυσικές επιστήμες. Δούλεψε με τον Galton στην Αγγλία πάνω στα ζητήματα της μέτρησης της ανθρώπινης νοημοσύνης και επιστρέφοντας στην Αμερική προχώρησε στη δημιουργία τεστ.
Ένας μαθητής του όμως ο Clark Wisler έκανε κάτι πολύ απλό (και καταστροφικό για τους 2 συνεργάτες): Εξέτασε τα τεστ να δει αν προέβλεπαν επιτυχία στη ζωή ή, ακόμη σημαντικότερο, το ένα το άλλο (αν επιτυχία στο ένα δηλαδή σήμαινε επιτυχία και στο άλλο). Δυστυχώς για τους δημιουργούς τους, τα τεστ αποδείχτηκαν άχρηστα.
Την ίδια εποχή (1904) ανακαλύφθηκε από τον Charles Spearman ο παράγοντας g. Ο Charles Spearman χρησιμοποίησε τεστ νοημοσύνης για να καθορίσει την ευφυΐα 24 παιδιών στο σχολείο της περιοχής του. Με εξαιρετικές γνώσεις στατιστικής έκανε ανάλυση παραγόντων στα αποτελέσματα των τεστ και βρήκε ότι πρέπει να υπάρχει ένας παράγοντας, που τον ονόμασε g, και που βρίσκεται πίσω από κάθε νοητική δραστηριότητα. Βέβαια, υπάρχει έντονη κριτική καθώς πολλοί υποστηρίζουν ότι ο παράγοντας αυτός είναι μαθηματική εφεύρεση κι όχι κάτι το πραγματικό (δέστε εδώ και εδώ για περισσότερες λεπτομέρειες επί του θέματος).
Πιο συστηματική δουλειά πάνω στα τεστ, με αποτέλεσμα αυτά να παγιωθούν, έκανε ο Γάλλος ψυχολόγος Alfred Binet . Ο Binet σπούδασε ιατρική και με το πέρας των σπουδών στράφηκε στην ύπνωση. Η γέννηση όμως των 2 κορών του τον οδήγησε στην αναπτυξιακή ψυχολογία. Η πολύ σημαντική δουλειά του στο τομέα αυτό έχει παραγνωριστεί κι έμεινε διάσημος μόνο για τα τεστ νοημοσύνης, για τη δημιουργία των οποίων στάθηκε αφορμή η ανάθεση που του έγινε να βρει έναν τρόπο να ξεχωρίζει τα καθυστερημένα παιδιά, στα δημοτικά σχολεία, απ’ αυτά που είναι μεν έξυπνα όμως αποτυγχάνουν. Ο Binet μαζί με τον Simon παρατηρούσαν για χρόνια τα παιδιά σε διάφορες ηλικίες και κατέγραφαν τις δραστηριότητες για τις οποίες ήταν ικανά σε κάθε ηλικία. Έτσι, δημιούργησαν την κλίμακα που φέρει το όνομα τους και η οποία λειτουργεί ως εξής: Έχει μια σειρά από ασκήσεις (30) οι οποίες σταδιακά αυξάνουν σε πολυπλοκότητα. Ένα παιδί 6 χρονών που παίρνει βαθμό 1,00 (ή 100 όπως έχει γίνει γνωστό) έχει νοητικό πηλίκο 1,00*6=6, όσο δηλαδή ετών είναι. Άρα, μπορεί να λύνει τις ασκήσει που λύνει η πλειοψηφία των 6χρονων, δεν μπορεί να λύσει ασκήσεις που δε λύνει η πλειοψηφία των 6χρονων (και που ίσως λύνει με ευκολία η πλειοψηφία των 8χρονων) και δε δυσκολεύεται καθόλου να λύσει ασκήσεις που λύνει η πλειοψηφία των 6χρονων (αλλά που παιδεύει τα 5χρονα). Αυτό και μόνο αυτό μας δείχνουν τα IQ τεστ (και τα σύγχρονα δεν έχουν μεγάλες διαφορές από τα αρχικά). Ο στόχος του ήταν να ξεχωρίσει τα παιδιά που έχουν σχολικά προβλήματα (δηλαδή αυτά που έχουν ικανό νοητικό δυναμικό αλλά χαμηλές επιδόσεις που οφείλονται σε άλλες αιτίες) από αυτά με νοητική καθυστέρηση, και το πέτυχε σε εξαιρετικό βαθμό. Έτσι, τα παιδιά με νοητικό πηλίκο 100 αλλά χαμηλότατες επιδόσεις γίνονταν αμέσως κατανοητό ότι είναι ικανά να πετύχουν υψηλές επιδόσεις αλλά μένουν πίσω για λόγους που δεν έχουν να κάνουν με τη νοημοσύνη τους (βία στην οικογένεια, παραμέληση, κ.τ.λ.).
Σε καμία περίπτωση το τεστ δεν έδειχνε γενικότερη νοητική ικανότητα (προβλέπει, σε ικανοποιητικό βαθμό, μονάχα τη σχολική επιτυχία και τίποτε άλλο) και δεν αποτελεί προβλεπτικός δείκτης επιτυχίας σε άλλους τομείς της ζωής.
Ας το δούμε αυτό πιο αναλυτικά: Τα τεστ έχουν βαθμό συσχέτισης 0,4 με 0,6, κάτι που στατιστικά είναι ικανοποιητικό. Τι σημαίνει αυτό; Υψώνουμε στο τετράγωνο το βαθμό συσχέτισης κι έτσι ανακαλύπτουμε το ποσοστό της ποικιλίας που το τεστ εξηγεί.
Μάλλον σας μπέρδεψα περισσότερο… Ας πάρουμε ένα τεστ με βαθμό συσχέτισης 0,5. Υψώνουμε στο τετράγωνο και πολλαπλασιάζουμε με 100: 0,5*0,5*100=25%. Το τεστ αυτό εξηγεί το 25% της ποικιλίας στις ατομικές επιδόσεις. Για το υπόλοιπο 75% δεν έχει τίποτα να πει.
Και να γίνω ακόμα πιο επεξηγηματικός, σ’ αυτό το τεστ νοημοσύνης (που έχει βαθμό συσχέτισης 0,5) 100 παιδιά πετυχαίνουν βαθμολογία 120, που είναι πολύ πάνω από το μέσο όρο (ο μέσος όρος είναι 100, κάτω από 80 αρχίζουν τα νοητικά προβλήματα, πάνω από 120 αρχίζει η εξαιρετική νοημοσύνη –με 135 γίνεται κανείς μέλος της MENSA ). Ε, λοιπόν, σύμφωνα με αυτό το τεστ μπορούμε να είμαστε «σίγουροι» ότι 25 παιδιά (25%) θα έχουν επιτυχία στο σχολείο. Για τα άλλα 75 δεν μπορούμε να πούμε τίποτα. Υπάρχουν άλλοι παράγοντες που θα καθορίσουν το μέλλον τους και που το τεστ αδυνατεί να συλλάβει και να μετρήσει.
Όταν δε χρησιμοποιούμε αυτά τα τεστ για να προβλέψουμε άλλα πράγματα όπως εργασιακή επιτυχία ή ακόμα και την ίδια την εύρεση εργασίας, το ποσοστό πέφτει κάτω από 10%!! Προφανώς λοιπόν υπάρχουν άλλοι παράγοντες (τους οποίους και θα δούμε σε επόμενο άρθρο).
Κατά τη διάρκεια του ‘Α Παγκοσμίου Πολέμου τα τεστ γνώρισαν τεράστια άνθηση. Ζητήθηκε, πελάτης ήταν ο Αμερικανικός στρατός, από τους ψυχολόγους να βρουν τρόπους να μετρηθεί η νοητική ικανότητα των χιλιάδων στρατιωτών. Τα αποτελέσματα αυτών των τεστ αποτέλεσαν πλούσιο υλικό για του δημιουργία, τελικά, του SAT (Scholastic Assessment Test) που αποτελεί το κυρίαρχο τεστ νοημοσύνης για παιδιά.
Σημαντικό μειονέκτημα των τεστ είναι η προκατάληψη που δείχνουν. Έχουν σχεδιαστεί από δυτικούς, όπως αναφέραμε και στην αρχή, και απευθύνονται σε ανθρώπους που έχουν την ίδια κουλτούρα μ’ αυτούς. Όμως η χρήση τους σε ανθρώπους άλλης κουλτούρας προϋποθέτει κάτι περισσότερο από απλή στάθμιση: Ριζικό επανασχεδιασμό.
Ας πάρουμε για παράδειγμα την εξής ερώτηση:
Ποιο από τα παρακάτω δεν ταιριάζει με τα υπόλοιπα:
- Μήλο – Λεμόνι – Λάχανο
Σύμφωνα με τα δικά μας κριτήρια, η κατηγοριοποίηση πρέπει να γίνει με βάση το είδος. Δηλαδή, σωστή απάντηση είναι η 3, αφού τα 1 και 2 είναι φρούτα ενώ το 3 λαχανικό. Σύμφωνα όμως με τις αφρικανικές κουλτούρες, η κατηγοριοποίηση πρέπει να γίνεται με βάση τη λειτουργία των φαγώσιμων, ποια δηλαδή τρώγονται. Έτσι, γι αυτούς σωστή απάντηση είναι η 2, αφού τα 1 και 3 τρώγονται ενώ το 2 στύβεται.
Η έρευνα και τα τεστ για τη νοημοσύνη παρουσίασαν ύφεση κατά τις δεκαετίες του ’60 και ’70, τα τελευταία χρόνια όμως οι ψυχολόγοι άρχισαν και πάλι –κυρίως χάρη στην άνθιση της τεχνητής νοημοσύνης- να ενδιαφέρονται για το φαινόμενο της νοημοσύνης και για τρόπους μέτρησης της. Η σύγχρονη έρευνα εστιάζει στους πολύπλοκους παράγοντες που συνιστούν την έννοια της ευφυΐας και φαίνεται να αποκρυσταλλώνει την πεποίθηση ότι τελικά μιλάμε για ευρεία γκάμα από νοημοσύνες (τουλάχιστον 7, σύμφωνα με τις μελέτες του
Howard Gardner).
Ο Gardner ενδιαφέρεται για ένα τεστ που θα έχει καθολική προβλεπτικότητα και αξία. Δε θα μετρά δηλαδή μόνο την λεκτική και τη λογικο-μαθηματική ικανότητα (όπως κάνουν τα παρόντα τεστ κι έτσι έχουν προβλεπτική αξία μόνο στο σχολείο που έχει κατά βάση τέτοιες απαιτήσεις) αλλά και άλλες ικανότητες, όπως:
- Μουσική (μέγιστο παράδειγμα ο Wolfgang Amadeus Mozart)
- Χωρική (αρχιτέκτονες και καλλιτέχνες τη διαθέτουν, Michelangelo)
- Κιναισθητική (χορευτές, Νουρέγιεφ)
- Διαπροσωπική (ψυχολόγοι, Carl Rogers – Sigmund Freud)
- Ενδοπροσωπική (ικανότητα να αντιλαμβανόμαστε και να ελέγχουμε τα συναισθήματα μας, Δαλάι Λάμα)
Τελευταία πρόσθεσε κι άλλες κατηγορίες ενώ άλλοι ψυχολόγοι έχουν ανεβάσει αυτό τον αριθμό μέχρι και στο 150!!
Συνοψίζοντας, παρατηρούμε ότι είναι αλήθεια πως τα υπάρχοντα τεστ νοημοσύνης δε μας λένε τίποτα ουσιαστικό (πέρα από την πιθανή επιτυχία μας στο σχολείο). Χρειαζόμαστε μια ευρύτερη προσέγγιση του όλου θέματος και νέα τεστ που θα ενσωματώνουν τις ποικίλες ικανότητες του ανθρώπου και θα μπορούν να καταδείξουν τόσο τα σημεία στα οποία έχει αυξημένη ικανότητα όσο και αυτά που οφείλει να αναπτύξει περισσότερο ώστε να γίνει πιο ολοκληρωμένος.
Γιάννης Κουρουτσαλάκης
Ψυχολόγος – Πληροφορικός
Υ.Γ. Το παρόν άρθρο είναι σύντομο (αναμφίβολα) και περιεκτικό (θέλω να πιστεύω). Αν κάποιος επιθυμεί πραγματικά να επεκτείνει τις γνώσεις του στο θέμα, του προτείνω να ακολουθήσει τον παρακάτω σύνδεσμο: http://www.psychologyinspain.com/content/full/2000/13.htm να ξεσκονίσει τα αγγλικά του και να κατεβάσει το άρθρο που η σελίδα φιλοξενεί.
Πηγή
Απίστευτης ευφυΐας…
Μήπως απλώς απίστευτης μνήμης;
Έχουμε ένα καναρίνι το οποίο το αφήνουμε ελεύθερο να τριγυρίζει στο σπίτι. Είναι χαρακτηριστικό ότι τη στιγμή ακριβώς που στρώνουμε τραπεζομάντιλο για το μεσημεριανό βγαίνει από το κλουβί και στρογγυλοκάθεται στο τραπέζι, περιμένοντας να φάει.
Έξυπνο πουλί.
Μήπως απλώς αντανακλαστικά συντελεστικής μάθησης;
Στο άρθρο αυτό θα αναλύσουμε την έννοια της ευφυΐας. Θα δούμε από τι απαρτίζεται, πώς ορίζεται και αν τελικά μπορεί να μετρηθεί.
Ορισμός
Ας τα πάρουμε όλα με τη σειρά. Κάθε φορά που γίνεται μια συζήτηση, είναι απολύτως απαραίτητο να ξεκαθαρίζουν οι συζητητές το βασικότερο στοιχείο της συζήτησης: Τον ορισμό της έννοιας που βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση. Μου έχει τύχει πάρα πολλές φορές να παρευρεθώ σε συζητήσεις και να παλεύω να εξηγήσω ότι ο λόγος που διαφωνούν είναι γιατί, πολύ απλά, έχουν διαφορετική εικόνα της έννοιας (π.χ. φιλία) που συζητούν. Ας δούμε λοιπόν πώς ορίζεται η ευφυΐα:
Ορισμός από την Αμερικανική Εταιρεία Ψυχολογίας: Ικανότητα κατανόησης σύνθετων προβλημάτων, προσαρμογή στο περιβάλλον, μάθηση από τις εμπειρίες, ικανότητα συμμετοχής σε διάφορες συζητήσεις, υπερπήδηση εμποδίων με χρήση σκέψης. Παρόλο που υπάρχουν διαφορές στα επίπεδα αυτών των ικανοτήτων από άτομο σε άτομο, ωστόσο υπάρχουν όλες σε κάποιο βαθμό σε όλα τα άτομα.
Υπάρχουν κι άλλοι ορισμοί χωρίς να διαφέρουν, ουσιαστικά, από τον παραπάνω. Είναι άλλωστε τόσο γενικός κι αόριστος, ώστε να καλύπτει τις βασικές πτυχές της ανθρώπινης γνωστικής δραστηριότητας και να εμπεριέχει κάθε άλλο ορισμό καθώς και όλο σχεδόν το φάσμα των ανθρώπινων ικανοτήτων. Γι αυτό και υπάρχει τόσο μεγάλη σύγχυση, όχι μόνο σε επιστημονικό επίπεδο, γύρω απ’ αυτό το θέμα. Αυτό ωστόσο δεν εμπόδισε κάποιους ψυχολόγους να ξεκινήσουν προσπάθειες μέτρησης της.
Θα πρέπει οπωσδήποτε, πριν προχωρήσουμε στα τεστ νοημοσύνης, να σημειωθεί ότι η έννοια της νοημοσύνης είναι άμεσα συνυφασμένη με το δυτικό τρόπο σκέψης που βάζει στο κέντρο των πάντων το άτομο. Στην ανατολική φιλοσοφία όπου η έννοια του συνόλου είναι πιο σημαντική απ’ αυτήν του ατόμου, η ευφυΐα συναντάται αλλά δεν της δίνεται τόσο μεγάλη βαρύτητα όσο σε μας.
Τεστ Νοημοσύνης
Είναι προφανές ότι για τους περισσότερους, η ευφυΐα είναι μια καθαρά γνωστική ικανότητα (κάποιοι μιλάνε, όπως θα δούμε αργότερα, και για άλλων ειδών νοημοσύνες όπως κινητική, ενδοπροσωπική, κ.α.). Αναπτύσσεται με την ηλικία αν και, κατά βάση, το δυναμικό της φαίνεται από τις απαρχές της παιδικής ηλικίας. Έχει ως άμεσο αποτέλεσμα πολύ καλές σχολικές επιδόσεις, διακρίσεις σε ακαδημαϊκό επίπεδο και επιτυχία στη ζωή.
Είναι πράγματι η νοημοσύνη αναγκαίος και επαρκής παράγοντας για όλες αυτές τις επιτυχίες; Όπως θα δούμε σε επόμενο άρθρο, ο πλέον σημαντικός παράγοντας δεν είναι η γνωστική νοημοσύνη (στην ουσία αυτήν διαπραγματευόμαστε στην παρούσα συζήτηση και σ’ αυτήν αναφέρονται οι περισσότεροι όταν μιλούν για «εξυπνάδα») αλλά η συναισθηματική νοημοσύνη, δηλαδή η καλλιέργεια και ο χειρισμός των συναισθημάτων μας. Προς το παρόν ας δούμε τα τεστ νοημοσύνης. Κι επειδή συχνά συναντάμε τους όρους «εγκυρότητα» και «αξιοπιστία», ειδικά όταν μιλάμε για τεστ, ας δούμε τι σημαίνουν. Θα χρησιμοποιήσω απλή ορολογία για ευκολία στην κατανόηση.
Εγκυρότητα: Πολύ απλά, ένα τεστ είναι έγκυρο όταν πραγματικά μετράει το χαρακτηριστικό που υποτίθεται ότι φτιάχτηκε να μετράει. Π.χ. Αν θέλουμε να μετρήσουμε το βάρος ενός ατόμου, προφανώς θα είμαστε μη έγκυροι αν αντί για ζυγαριά πάρουμε μια μεζούρα…
Αξιοπιστία: Αντίστοιχα, ένα τεστ είναι αξιόπιστο όταν μετρά σωστά αυτό που υποτίθεται ότι μετράει. Δηλαδή, το να χρησιμοποιούμε ζυγαριά για να μετρήσουμε το βάρος ενός ατόμου μας κάνει έγκυρους, αν η ζυγαριά όμως χάνει τότε είμαστε αναξιόπιστοι.
Φαίνεται εύκολο να φροντίσει κάποιος για την εγκυρότητα και αξιοπιστία ενός τεστ, δεν είναι όμως έτσι. Ειδικά για τη νοημοσύνη, τα πράγματα είναι εξαιρετικά ασαφή καθώς κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς πρέπει να μετρήσει για να είναι σίγουρος ότι μετρά νοημοσύνη. Περαιτέρω, είναι ακόμη πιο δύσκολο να είναι σίγουρος ότι τα μέτρησε σωστά.
Οι δυσκολίες αυτές όμως δεν πτόησαν του ψυχολόγους που ξεκίνησαν, από τα τέλη του 19ου αιώνα, προσπάθειες μέτρησής της.
Η προσπάθεια να μετρηθεί η νοημοσύνη θεωρείται ότι ξεκίνησε από τον Francis Galton, ανιψιό του Δαρβίνου.
Ο Galton σπούδασε ιατρική κι έκανε πολλά ταξίδια σε διάφορες χώρες, Σταδιακά άρχισε να αναπτύσσει τη θεωρία περί ευγονικής ενώ τα ταξίδια του στην Αφρική τον έκαναν να πιστέψει ότι οι ιθαγενείς ήταν τουλάχιστον 2 επίπεδα πιο χαμηλά, όσον αφορά τις νοητικές τους ικανότητες, από τη φυλή των ΑγγλοΣαξόνων. Στη συνέχεια εφηύρε μια σειρά από τεστ με σκοπό να μετρήσουν το δυναμικό των ανθρώπων. Παρόλο που θεωρείται το πρώτο τεστ νοημοσύνης, οι δοκιμασίες του στην ουσία μετρούσαν το αισθητηριακό δυναμικό των ανθρώπων (τον υψηλότερο ήχο που μπορούσε να συλλάβει κανείς, διάκριση κουτιών με διαφορετικό περιεχόμενο και βάρος, κ.τ.λ.)
Τη δουλειά πάνω στη μέτρηση της ανθρώπινης εξυπνάδας ανέλαβε να συνεχίσει ένας συνεργάτης του Galton ο James Catell Ξεκίνησε τις σπουδές του δίπλα στον πρώτο ψυχολόγο που προσπάθησε να μετρήσει ανθρώπινα χαρακτηριστικά (όπως το χρόνο αντίδρασης, τη συναίσθηση διαφορετικών βαρών, κ.α. αυτά δηλαδή που προσπάθησε να μετρήσει λίγα χρόνια αργότερα και ο Galton) τον Wilhelm Wundt . Επιστρέφοντας στην Αμερική δούλεψε πάρα πολύ στην αναγνώριση της ψυχολογίας ως επιστήμης ισότιμης με τις φυσικές επιστήμες. Δούλεψε με τον Galton στην Αγγλία πάνω στα ζητήματα της μέτρησης της ανθρώπινης νοημοσύνης και επιστρέφοντας στην Αμερική προχώρησε στη δημιουργία τεστ.
Ένας μαθητής του όμως ο Clark Wisler έκανε κάτι πολύ απλό (και καταστροφικό για τους 2 συνεργάτες): Εξέτασε τα τεστ να δει αν προέβλεπαν επιτυχία στη ζωή ή, ακόμη σημαντικότερο, το ένα το άλλο (αν επιτυχία στο ένα δηλαδή σήμαινε επιτυχία και στο άλλο). Δυστυχώς για τους δημιουργούς τους, τα τεστ αποδείχτηκαν άχρηστα.
Την ίδια εποχή (1904) ανακαλύφθηκε από τον Charles Spearman ο παράγοντας g. Ο Charles Spearman χρησιμοποίησε τεστ νοημοσύνης για να καθορίσει την ευφυΐα 24 παιδιών στο σχολείο της περιοχής του. Με εξαιρετικές γνώσεις στατιστικής έκανε ανάλυση παραγόντων στα αποτελέσματα των τεστ και βρήκε ότι πρέπει να υπάρχει ένας παράγοντας, που τον ονόμασε g, και που βρίσκεται πίσω από κάθε νοητική δραστηριότητα. Βέβαια, υπάρχει έντονη κριτική καθώς πολλοί υποστηρίζουν ότι ο παράγοντας αυτός είναι μαθηματική εφεύρεση κι όχι κάτι το πραγματικό (δέστε εδώ και εδώ για περισσότερες λεπτομέρειες επί του θέματος).
Πιο συστηματική δουλειά πάνω στα τεστ, με αποτέλεσμα αυτά να παγιωθούν, έκανε ο Γάλλος ψυχολόγος Alfred Binet . Ο Binet σπούδασε ιατρική και με το πέρας των σπουδών στράφηκε στην ύπνωση. Η γέννηση όμως των 2 κορών του τον οδήγησε στην αναπτυξιακή ψυχολογία. Η πολύ σημαντική δουλειά του στο τομέα αυτό έχει παραγνωριστεί κι έμεινε διάσημος μόνο για τα τεστ νοημοσύνης, για τη δημιουργία των οποίων στάθηκε αφορμή η ανάθεση που του έγινε να βρει έναν τρόπο να ξεχωρίζει τα καθυστερημένα παιδιά, στα δημοτικά σχολεία, απ’ αυτά που είναι μεν έξυπνα όμως αποτυγχάνουν. Ο Binet μαζί με τον Simon παρατηρούσαν για χρόνια τα παιδιά σε διάφορες ηλικίες και κατέγραφαν τις δραστηριότητες για τις οποίες ήταν ικανά σε κάθε ηλικία. Έτσι, δημιούργησαν την κλίμακα που φέρει το όνομα τους και η οποία λειτουργεί ως εξής: Έχει μια σειρά από ασκήσεις (30) οι οποίες σταδιακά αυξάνουν σε πολυπλοκότητα. Ένα παιδί 6 χρονών που παίρνει βαθμό 1,00 (ή 100 όπως έχει γίνει γνωστό) έχει νοητικό πηλίκο 1,00*6=6, όσο δηλαδή ετών είναι. Άρα, μπορεί να λύνει τις ασκήσει που λύνει η πλειοψηφία των 6χρονων, δεν μπορεί να λύσει ασκήσεις που δε λύνει η πλειοψηφία των 6χρονων (και που ίσως λύνει με ευκολία η πλειοψηφία των 8χρονων) και δε δυσκολεύεται καθόλου να λύσει ασκήσεις που λύνει η πλειοψηφία των 6χρονων (αλλά που παιδεύει τα 5χρονα). Αυτό και μόνο αυτό μας δείχνουν τα IQ τεστ (και τα σύγχρονα δεν έχουν μεγάλες διαφορές από τα αρχικά). Ο στόχος του ήταν να ξεχωρίσει τα παιδιά που έχουν σχολικά προβλήματα (δηλαδή αυτά που έχουν ικανό νοητικό δυναμικό αλλά χαμηλές επιδόσεις που οφείλονται σε άλλες αιτίες) από αυτά με νοητική καθυστέρηση, και το πέτυχε σε εξαιρετικό βαθμό. Έτσι, τα παιδιά με νοητικό πηλίκο 100 αλλά χαμηλότατες επιδόσεις γίνονταν αμέσως κατανοητό ότι είναι ικανά να πετύχουν υψηλές επιδόσεις αλλά μένουν πίσω για λόγους που δεν έχουν να κάνουν με τη νοημοσύνη τους (βία στην οικογένεια, παραμέληση, κ.τ.λ.).
Σε καμία περίπτωση το τεστ δεν έδειχνε γενικότερη νοητική ικανότητα (προβλέπει, σε ικανοποιητικό βαθμό, μονάχα τη σχολική επιτυχία και τίποτε άλλο) και δεν αποτελεί προβλεπτικός δείκτης επιτυχίας σε άλλους τομείς της ζωής.
Ας το δούμε αυτό πιο αναλυτικά: Τα τεστ έχουν βαθμό συσχέτισης 0,4 με 0,6, κάτι που στατιστικά είναι ικανοποιητικό. Τι σημαίνει αυτό; Υψώνουμε στο τετράγωνο το βαθμό συσχέτισης κι έτσι ανακαλύπτουμε το ποσοστό της ποικιλίας που το τεστ εξηγεί.
Μάλλον σας μπέρδεψα περισσότερο… Ας πάρουμε ένα τεστ με βαθμό συσχέτισης 0,5. Υψώνουμε στο τετράγωνο και πολλαπλασιάζουμε με 100: 0,5*0,5*100=25%. Το τεστ αυτό εξηγεί το 25% της ποικιλίας στις ατομικές επιδόσεις. Για το υπόλοιπο 75% δεν έχει τίποτα να πει.
Και να γίνω ακόμα πιο επεξηγηματικός, σ’ αυτό το τεστ νοημοσύνης (που έχει βαθμό συσχέτισης 0,5) 100 παιδιά πετυχαίνουν βαθμολογία 120, που είναι πολύ πάνω από το μέσο όρο (ο μέσος όρος είναι 100, κάτω από 80 αρχίζουν τα νοητικά προβλήματα, πάνω από 120 αρχίζει η εξαιρετική νοημοσύνη –με 135 γίνεται κανείς μέλος της MENSA ). Ε, λοιπόν, σύμφωνα με αυτό το τεστ μπορούμε να είμαστε «σίγουροι» ότι 25 παιδιά (25%) θα έχουν επιτυχία στο σχολείο. Για τα άλλα 75 δεν μπορούμε να πούμε τίποτα. Υπάρχουν άλλοι παράγοντες που θα καθορίσουν το μέλλον τους και που το τεστ αδυνατεί να συλλάβει και να μετρήσει.
Όταν δε χρησιμοποιούμε αυτά τα τεστ για να προβλέψουμε άλλα πράγματα όπως εργασιακή επιτυχία ή ακόμα και την ίδια την εύρεση εργασίας, το ποσοστό πέφτει κάτω από 10%!! Προφανώς λοιπόν υπάρχουν άλλοι παράγοντες (τους οποίους και θα δούμε σε επόμενο άρθρο).
Κατά τη διάρκεια του ‘Α Παγκοσμίου Πολέμου τα τεστ γνώρισαν τεράστια άνθηση. Ζητήθηκε, πελάτης ήταν ο Αμερικανικός στρατός, από τους ψυχολόγους να βρουν τρόπους να μετρηθεί η νοητική ικανότητα των χιλιάδων στρατιωτών. Τα αποτελέσματα αυτών των τεστ αποτέλεσαν πλούσιο υλικό για του δημιουργία, τελικά, του SAT (Scholastic Assessment Test) που αποτελεί το κυρίαρχο τεστ νοημοσύνης για παιδιά.
Σημαντικό μειονέκτημα των τεστ είναι η προκατάληψη που δείχνουν. Έχουν σχεδιαστεί από δυτικούς, όπως αναφέραμε και στην αρχή, και απευθύνονται σε ανθρώπους που έχουν την ίδια κουλτούρα μ’ αυτούς. Όμως η χρήση τους σε ανθρώπους άλλης κουλτούρας προϋποθέτει κάτι περισσότερο από απλή στάθμιση: Ριζικό επανασχεδιασμό.
Ας πάρουμε για παράδειγμα την εξής ερώτηση:
Ποιο από τα παρακάτω δεν ταιριάζει με τα υπόλοιπα:
- Μήλο – Λεμόνι – Λάχανο
Σύμφωνα με τα δικά μας κριτήρια, η κατηγοριοποίηση πρέπει να γίνει με βάση το είδος. Δηλαδή, σωστή απάντηση είναι η 3, αφού τα 1 και 2 είναι φρούτα ενώ το 3 λαχανικό. Σύμφωνα όμως με τις αφρικανικές κουλτούρες, η κατηγοριοποίηση πρέπει να γίνεται με βάση τη λειτουργία των φαγώσιμων, ποια δηλαδή τρώγονται. Έτσι, γι αυτούς σωστή απάντηση είναι η 2, αφού τα 1 και 3 τρώγονται ενώ το 2 στύβεται.
Η έρευνα και τα τεστ για τη νοημοσύνη παρουσίασαν ύφεση κατά τις δεκαετίες του ’60 και ’70, τα τελευταία χρόνια όμως οι ψυχολόγοι άρχισαν και πάλι –κυρίως χάρη στην άνθιση της τεχνητής νοημοσύνης- να ενδιαφέρονται για το φαινόμενο της νοημοσύνης και για τρόπους μέτρησης της. Η σύγχρονη έρευνα εστιάζει στους πολύπλοκους παράγοντες που συνιστούν την έννοια της ευφυΐας και φαίνεται να αποκρυσταλλώνει την πεποίθηση ότι τελικά μιλάμε για ευρεία γκάμα από νοημοσύνες (τουλάχιστον 7, σύμφωνα με τις μελέτες του
Howard Gardner).
Ο Gardner ενδιαφέρεται για ένα τεστ που θα έχει καθολική προβλεπτικότητα και αξία. Δε θα μετρά δηλαδή μόνο την λεκτική και τη λογικο-μαθηματική ικανότητα (όπως κάνουν τα παρόντα τεστ κι έτσι έχουν προβλεπτική αξία μόνο στο σχολείο που έχει κατά βάση τέτοιες απαιτήσεις) αλλά και άλλες ικανότητες, όπως:
- Μουσική (μέγιστο παράδειγμα ο Wolfgang Amadeus Mozart)
- Χωρική (αρχιτέκτονες και καλλιτέχνες τη διαθέτουν, Michelangelo)
- Κιναισθητική (χορευτές, Νουρέγιεφ)
- Διαπροσωπική (ψυχολόγοι, Carl Rogers – Sigmund Freud)
- Ενδοπροσωπική (ικανότητα να αντιλαμβανόμαστε και να ελέγχουμε τα συναισθήματα μας, Δαλάι Λάμα)
Τελευταία πρόσθεσε κι άλλες κατηγορίες ενώ άλλοι ψυχολόγοι έχουν ανεβάσει αυτό τον αριθμό μέχρι και στο 150!!
Συνοψίζοντας, παρατηρούμε ότι είναι αλήθεια πως τα υπάρχοντα τεστ νοημοσύνης δε μας λένε τίποτα ουσιαστικό (πέρα από την πιθανή επιτυχία μας στο σχολείο). Χρειαζόμαστε μια ευρύτερη προσέγγιση του όλου θέματος και νέα τεστ που θα ενσωματώνουν τις ποικίλες ικανότητες του ανθρώπου και θα μπορούν να καταδείξουν τόσο τα σημεία στα οποία έχει αυξημένη ικανότητα όσο και αυτά που οφείλει να αναπτύξει περισσότερο ώστε να γίνει πιο ολοκληρωμένος.
Γιάννης Κουρουτσαλάκης
Ψυχολόγος – Πληροφορικός
Υ.Γ. Το παρόν άρθρο είναι σύντομο (αναμφίβολα) και περιεκτικό (θέλω να πιστεύω). Αν κάποιος επιθυμεί πραγματικά να επεκτείνει τις γνώσεις του στο θέμα, του προτείνω να ακολουθήσει τον παρακάτω σύνδεσμο: http://www.psychologyinspain.com/content/full/2000/13.htm να ξεσκονίσει τα αγγλικά του και να κατεβάσει το άρθρο που η σελίδα φιλοξενεί.
Πηγή
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου