Το όνομα «Jack ο Αντεροβγάλτης» είναι ίσως το πιο διάσημο στα παγκόσμια χρονικά του εγκλήματος. Όμως η πραγματική ταυτότητα του ατόμου που κρυβόταν πίσω από αυτό το όνομα, παραμένει μέχρι σήμερα άγνωστη. Στα χρόνια 1888-1891, το όνομα αυτό προκαλούσε τον τρόμο στους κατοίκους του East End του Λονδίνου και ήταν γνωστό σε ολόκληρο τον κόσμο. Το μυστήριο και ο μύθος που περιέβαλαν τη συγκεκριμένη ιστορία εξακολουθούν, μέχρι σήμερα να τη στοιχειώνου, με αποτέλεσμα να είναι ακόμα δύσκολο να εξακριβώσει κανείς τα πραγματικά δεδομένα.
Το έργο του εντοπισμού και της σύλληψης του τρομερού δολοφόνου είχε ανατεθεί στους αξιωματικούς της Scotland Yard. Μπορεί να απέτυχαν, όμως απέτυχαν έχοντας καταβάλει κάθε ανθρωπίνως δυνατή προσπάθεια, έχοντας διερευνήσει κάθε πιθανή και απίθανη πτυχή της ιστορίας, προσπαθώντας να απαλλάξουν το Λονδίνο από τον τρόμο.
Με το πέρασμα του χρόνου το μυστήριο έχει ενισχυθεί, σε σημείο που η αλήθεια να έχει σχεδόν πλήρως κρυφτεί. Αμέτρητα άρθρα, βιβλία, θεατρικά και κινηματογραφικά έργα, ακόμα και μιούζικαλς, έχουν δραματοποιήσει και παραποιήσει τα δεδομένα σε τέτοιο βαθμό, ώστε φανταστικά κομμάτια της ιστορίας να είναι περισσότερο γνωστά και αποδεκτά από ότι η αλήθεια.
Οι ύποπτοι
Οι πραγματικοί ύποπτοι είναι πολύ λιγότεροι από όσους έχουν κατά καιρούς αναφέρει διάφοροι συγγραφείς. Στην πραγματικότητα, αν κανείς περιοριστεί σε όσους οι αστυνομικοί της εποχής θεωρούσαν πιθανούς ενόχους, καταλήγει σε μόλις τέσσερις:
Κοσμίνσκι, ένας φτωχός Πολωνοεβραίος που κατοικούσε στην περιοχή του Whitechapel
Montague John Druitt, ένας δικηγόρος και δάσκαλος, ηλικίας 31 ετών, που αυτοκτόνησε το Δεκέμβριο του 1888
Michael Ostrog, ρωσικής καταγωγής, κλέφτης και απατεώνας με πολλά ψευδώνυμα, ο οποίος πιστεύεται ότι το 1888 ήταν 55 ετών και είχε εγκλειστεί αρκετές φορές σε άσυλα
Dr Francis J. Tumblety, 56 ετών, Αμερικανός κομπογιαννίτης γιατρός, ο οποίος συνελήφθη το Νοέμβριο του 1888 για παραπτώματα άσεμνης συμπεριφοράς και εγκατέλειψε τη χώρα αργότερα τον ίδιο μήνα, έχοντας καταφέρει να αφεθεί ελεύθερος με ιδιαίτερα υψηλή εγγύηση.
Οι πρώτοι τρεις από τους υπόπτους πήραν το «χρίσμα» από τον Sir Melville Macnaghten ο οποίος ήταν δεύτερος στην ιεραρχία του Εγκληματολογικού τμήματος (Criminal Investigation Deptment) της Scotland Yard τον Ιούνιο του 1889. Κατονομαζόντουσαν σε μια έκθεση με ημερομηνία 23 Φεβρουαρίου 1894, αν και δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι τους βάρυναν υποψίες την εποχή που γινόντουσαν οι φόνοι. Μάλιστα, στην αναφορά του Macnaghten υπάρχουν αρκετά περίεργα λάθη.
Ο επικεφαλής του Εγκληματολογικού, Dr. Robert Anderson και ο αξιωματικός επικεφαλής των ερευνών επιθεωρητής Donald Swanson, φαίνεται πώς έκλιναν υπέρ του Κοσμίνσκι. Ο Druit φαίνεται πώς ήταν η επιλογή του Macnaghten, ενώ το γεγονός ότι ο Ostrog είχε συλληφθεί και φυλακιστεί πριν τη σύνταξη της έκθεσης αφήνει τον ιστορικό να αναρωτιέται γιατί συμπεριλαμβανόταν στον κατάλογο των πιθανών υπόπτων.
Ο επιθεωρητής John George Littlechild, διοικητής του Ειδικού Κλάδου της Scotland Yard to 1888, σε ένα γράμμα που απηύθυνε στις 23 Σεπτεμβρίου 1913 στον εγκληματολόγο αρθρογράφο και συγγραφέα George R Sims, ανέφερε πώς ο τέταρτος ύποπτος, ο Tumblety, ήταν «μεταξύ των υπόπτων» την εποχή των φόνων και «κατά τη γνώμη μου πολύ πιθανόν ο πραγματικός ένοχος».
Είναι προφανές πώς μεταξύ των αξιωματικών της Scotland Yard που ήξεραν καλά τις λεπτομέρειες της υπόθεσης, δεν υπήρχε κοινή βεβαιότητα για την ενοχή κάποιου από τους παραπάνω υπόπτους.
Και για τους τέσσερις υπόπτους υφίστανται επιχειρήματα κατά τις ενοχής τους, ενώ ταυτόχρονα δεν υπάρχουν ισχυρά αποδεικτικά στοιχεία για κανένα από αυτούς. Επιπλέον είναι προφανές πώς η αστυνομία δε μπορούσε να στηρίξει κατηγορία για κανένα από αυτούς και είναι εντελώς απίθανο να υπάρξει ποτέ απόδειξη ενοχής. Εάν η αστυνομία δε μπορούσε να το καταφέρει τότε, τί ελπίδες μπορεί να έχει ένα ενθουσιώδης σύγχρονος ερευνητής;
Όμως, για να ξεκαθαρίσουμε τη σύγχυση κάποιου ο οποίος δε γνωρίζει την υπόθεση, ας επιστρέψουμε στα δεδομένα της. Ποιος ήταν ο «Jack o Αντεροβγάλτης» και τί ήταν οι «Φόνοι του Whitechapel»;
Τα εγκλήματα
Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι οι φόνοι του Αντεροβγάλτη και οι «Φόνοι του Whitechapel» δεν είναι το ίδιο πράγμα, παρότι η δεύτερη υπόθεση συμπεριλαμβάνει και την πρώτη.
Στον πίνακα που ακολουθεί παρουσιάζονται οι 11 φόνοι του Whitechapel (όλοι τους έχουν κατά καιρούς ερευνηθεί και ώς φόνοι του Αντεροβγάλτη.
Ημερομηνία Θύμα Λεπτομέρειες
Τρίτη, 3/4/1888 Emma Elizabeth Smith Δέχθηκε επίθεση και ληστεύθηκε στην οδό Osborn στο Whitechapel
Τρίτη, 7/8/1888 Martha Tabram George Yard Buildings, Whitechapel.
Παρασκευή 31/8/1888 Mary Ann Nichols Buck’s Row, Whitechapel,
Σάββατο, 8/9/1888 Annie Chapman Πίσω αυλή στο 29 της οδού Hanbury, Spitalfields.
Κυριακή 30/9/1888 Elizabeth Stride Αλάνα δίπλα στο 40 της οδού Berner, St Georges-in-the- East.
Κυριακή 30/9/1888 Catherine Eddowes Mitre Square, Aldgate, City of London.
Παρασκευή 9/11/1888 Mary Jane Kelly 13 Miller’s Court, 26 Dorset Street Spitalfields.
Πέμπτη, 20/12/1888 Rose Mylett Clarke’s Yard, High Street. Poplar.
Τετάρτη, 17/7/1889 Alice McKenzie Castle Alley, Whitechapel.
Τρίτη, 10/9/1889 Κορμός αγνώστου γυναικός Βρέθηκε κάτω από γέφυρα τραίνου στην οδό Pinchin, Whitechapel,
Παρασκευή, 13/2/1891 Frances Coles κάτω από γέφυρα τραίνου, Swallow Gardens, Whitechapel.
Στους φόνους των Nichols, Chapman, Stride, Eddowes, Kelly, McKenzie και Coles, είχε κοπεί ο λαιμός των θυμάτων. Σε όλους τους φόνους εκτός αυτών των Stride και Mylett τα θύματα υπέστησαν ακρωτηριασμούς στην κοιλιακή χώρα. Στην περίπτωση της Chapman, ο δολοφόνος είχε αφαιρέσει τη μήτρα του θύματος. Από την Eddowes είχαν αφαιρεθεί η μήτρα και το αριστερό νεφρό, ενώ στην περίπτωση της Kelly, είχε αφαιρεθεί, σύμφωνα με τις ενδείξεις, η καρδιά.
Λόγω του είδους και της συχνότητας των φόνων εκτιμήθηκε πώς δεν ήταν δυνατό η εγκληματολογική μονάδα του τοπικού αστυνομικού τμήματος, υπό τον επιθεωρητή Edmund Reid, να χειριστεί μόνη της την υπόθεση. Αμέσως μετά το φόνο της Nichols, τα κεντρικά της Scotland Yard έστειλαν τους επιθεωρητές Frederick George Abberline, Henry Moore, και Walter Andrews, με ένα αριθμό υφιστάμενων αξιωματικών, για το σχηματισμό μιας ομάδας που θα ασχολούταν με τη συγκεκριμένη υπόθεση. Μετά το φόνο της Eddowes, στο κυνήγι του δολοφόνου ενεπλάκη και η Αστυνομία Πόλης (City Police), υπό τον επιθεωρητή James McWilliam.
Όλοι οι φόνοι που περιέχονται στον παραπάνω πίνακα παρέμειναν ανεξιχνίαστοι, ποτέ, κανείς δεν καταδικάστηκε για κάποιον από αυτούς. Πρέπει λοιπόν να σημειωθεί, πώς απλά δεν ξέρουμε με βεβαιότητα ποιοί από αυτούς διεπράχθησαν από το ίδιο άτομο. Με την πάροδο των ετών και τη μελέτη των στοιχείων, κυρίως όμως ώς αποτέλεσμα της άποψης του Macnaghten, ώς θύματα του Αντεροβγάλτη θεωρούνται οι:
Nichols
Chapman
Stride
Eddowes
Kelly,
ενώ η Tabram, θεωρείται από κάποιους ιστορικούς ότι είναι ένα πιθανό έκτο θύμα.
Φόνοι που δεν έγιναν από τον Αντεροβγάλτη
Τα υπάρχοντα στοιχεία καταδεικνύουν με αρκετή σιγουριά ότι η Smith δολοφονήθηκε από μια ομάδα τριών ατόμων. Η αστυνομία είχε ερευνήσει μια υποψία ότι η Tabram δολοφονήθηκε από ένα στρατιώτη. Η Mylett, σύμφωνα με τον Υποδιοικητή Robert Anderson, πιθανότατα στραγγαλίστηκε από κάποιον πελάτη της.
Οι πληγές της McKenzie φαίνεται ότι έγιναν από διαφορετικό άτομο. Ο «Κορμός της οδού Pinchin» ήταν σίγουρα μια προσπάθεια να ξεφορτωθεί κάποιος ένα πτώμα, ενώ η Coles πιθανότατα δολοφονήθηκε από το σύντροφό της, James Thomas Sadler, ο οποίος συνελήφθη και είχε, για ένα διάστημα, κατηγορηθεί πώς ήταν ο Αντεροβγάλτης.
Το όνομα
Είναι σχεδόν βέβαιο πώς ένας από τους λόγους που η ιστορία αυτών των φριχτών φόνων εκδιδομένων γυναικών απέκτησε τη φήμη της και περιτυλίχθηκε σε μυστήριο, ήταν και το όνομα «Jack ο Αντεροβγάλτης». Το όνομα είναι εύκολο να εξηγηθεί. Ήταν γραμμένο στο τέλος μιας επιστολής, με ημερομηνία 25 Σεπτεμβρίου 1888, η οποία εστάλη στο Κεντρικό Πρακτορείο Ειδήσεων στις 27 Σεπτεμβρίου 1888. Από εκεί προωθήθηκε στη Μητροπολιτική Αστυνομία στις 29 Σεπτεμβρίου.
Το γράμμα του Αντεροβγάλτη
Το γράμμα ήταν διατυπωμένο με μάλλον μακάβριο και ανατριχιαστικό λόγο και ξεκινούσε: «Αγαπητό μου Αφεντικό…». Συνέχιζε λέγοντας «Αυτό το αστείο για τον Leather Apron με έκανε έξω φρενών ….» (ο Leather Apron ήταν κάποιος ονόματι John Pizer ο οποίος ήταν για ένα σύντομο χρονικό διάστημα ύποπτος για το φόνο της Chapman). «Έχω ξεκινήσει δουλειά με τις πόρνες και δε θα σταματήσω να τις ξεσκίζω ….», συνεχίζοντας σε παρόμοιο ύφος. Η υπογραφή «Jack ο Αντεροβγάλτης» δημοσιοποιήθηκε και άρχισε να εξάπτει τη φαντασία του κοινού.
Οι δύο φόνοι της 30ης Σεπτεμβρίου 1888 έδωσαν στο γράμμα ακόμα μεγαλύτερη σημασία. Ο άγνωστος αποστολέας έστειλε την 1η Οκτωβρίου μια κάρτα, γραμμένη με κόκκινο μελάνι, στην οποία αναφερόταν στον εαυτό του ώς «άτακτος Jacky» και στη συνέχεια μιλούσε για το «διπλό γεγονός ….» . Και πάλι υπέγραφε ώς «Jack ο Αντεροβγάλτης». Οι ιστορικοί εξακολουθούν μέχρι και σήμερα να συζητούν για τη γνησιότητα και τη σημασία αυτής της κάρτας.
Το μήνυμα στον τοίχο
Αμέσως μετά το φόνο της Eddowes, ένα κομμάτι από το ματωμένο φουστάνι της βρέθηκε σε ένα στενό στην οδό Goulston στο Whitechapel. Πάνω από το ματωμένο ύφασμα, στον τούβλινο τοίχο του στενού, ήταν γραμμένο με κιμωλία: «Οι Εβραίοι είναι Οι άνθρωποι που Δε θα Κατηγορηθούν για τίποτα». Ένα μήνυμα από το δολοφόνο ή απλά αντισημιτικά συνθήματα; Οι γνώμες των ειδικών διίστανται.
Η δημοσιότητα
Περίπου αυτή τη χρονική στιγμή ο πανικός έφτασε στη μέγιστη τιμή του και οι φόνοι είχαν γίνει πλέον ένα διεθνές θέμα, με άρθρα σε εφημερίδες της Ευρώπης και της Αμερικής. Ακόμα και σε αυτό το στάδιο, οι εφημερίδες είχαν ξεκινήσει να φτιάχνουν θεωρίες για την ταυτότητα του δολοφόνου, συμπεριλαμβάνοντας γιατρούς, χασάπηδες, ναυτικούς και παρανοϊκούς κάθε είδους.
Η εικόνα του δολοφόνου ώς ενός κακοντυμένου, ξεπεσμένου άνδρα, με σκούρα ρούχα, πλατύγυρο καπέλο, που κουβαλάει μια γυαλιστερή μαύρη τσάντα, είχε αρχίσει να γίνεται διάσημη. Ο τύπος και ιδιαίτερα τα κουτσομπολίστικα έντυπα που μόλις είχαν κάνει την εμφάνισή τους, είχαν ξετρελαθεί. Τον Οκτώβριο, ακόμα και χωρίς νέους φόνους στο Whitechapel, είχαν ακόμα αρκετά να γράψουν. Υπήρχαν δεκάδες συλλήψεις υπόπτων (συνήθως ακολουθούσαν άμεσες απελευθερώσεις), υπήρχαν αστυνομικές έρευνες από σπίτι σε σπίτι, ιδιωτικοί ντετέκτιβς και μέλη επιτροπών πολιτών για την περιφρούρηση κυριολεκτικά πλημμύριζαν τους δρόμους.
Η ανακάλυψη ενός γυναικείου κορμού στις 2 Οκτωβρίου 1888, στα υπόγεια του υπό κατασκευή νέου κτιρίου της αστυνομίας στο Whitehall, προστέθηκε στον αίσθημα τρόμου που πλανιόταν πάνω από την πόλη. Ένας ποταμός από επιστολές του Jack, σταλμένες από φαρσέρ κάθε είδους, προστέθηκε στα προβλήματα της αστυνομίας.
Μια δυσάρεστη έκπληξη περίμενε στις 16 Οκτωβρίου 1888, τον Επικεφαλής της Επιτροπής Περιφρούρησης του Whitechapel, τον οικοδόμο George Lusk. Έλαβε με το ταχυδρομείο ένα χαρτόκουτο με το μισό κομμάτι ενός ανθρώπινου νεφρού. Μαζί με το φρικιαστικό περιεχόμενο υπήρχε και ένα γράμμα με αποστολέα «από την Κόλαση …». Ο συγγραφέας της επιστολής ισχυριζόταν πώς είχε τηγανίσει και φάει το άλλο μισό του νεφρού και πώς ήταν «πολύ καλό». Ο ταραγμένος Lusk πήγε το νεφρό και το γράμμα στην αστυνομία. Η αστυνομία και ο ιατροδικαστής της θεώρησαν πώς επρόκειτο για μια κακόγουστη φάρσα κάποιου φοιτητή ιατρικής, όμως αρκετοί άλλοι πίστεψαν πώς ήταν κομμάτι του νεφρού που είχε αφαιρεθεί από την Eddowes.
Οι δικαστικές έρευνες τροφοδοτούν τις εικασίες του Τύπου
Ο ιατροδικαστής Wynne Baxter διενήργησε δημόσιες και μακράς διάρκειας δικαστικές έρευνες για όσα θύματα ήταν στη δικαιοδοσία του (ήταν και τα περισσότερα), τροφοδοτώντας έτσι τον πυρετό του Τύπου γύρω από την υπόθεση. Κατά τη διάρκεια των ανοικτών ακροάσεων δε δίσταζε να κατακρίνει, με τρόπο απότομο, τους μάρτυρες. Μέχρι το 1891 που οι φόνοι σταμάτησαν οι ιδιοκτήτες του Working Lads’ Institute, όπου λάμβαναν χώρα οι ακροάσεις, δεν μπορούσαν πλέον να αντέξουν τις θορυβώδεις, άναρχες συνάξεις και ενημέρωσαν τον Baxter ότι έπρεπε να βρεί κάποιο άλλο μέρος για τη διεξαγωγή της επόμενης δημόσιας έρευνας.
Η δολοφονία της Mary Kelly, το Νοέμβριο του 1888, συνοδεύτηκε από ακρωτηριασμούς τέτοιας αγριότητας και φρίκης που δεν ήταν δυνατό να περιγραφούν και, για πρώτη φορά, άφησε άφωνο ακόμα και τον Τύπο. Ο φόνος είχε διαπραχθεί την ημέρα της ανάληψης των καθηκόντων του νέου Δημάρχου του Λονδίνου και οι εορτασμοί επισκιάστηκαν από τα νέα της τελευταίας φρικαλεότητας του Αντεροβγάλτη.
Ο Διοικητής της Μητροπολιτικής Αστυνομίας, Sir Charles Warren, παραιτήθηκε μετά το φόνο της Kelly, μετά από μια μακρά διαμάχη με το Υπουργείο Εσωτερικών, και αντικαταστάθηκε από τον James Monro.
Ο πανικός υποχωρεί
Μετά το φόνο της Kelly και μερικές ακόμα άκαρπες συλλήψεις ο πανικός άρχισε να υποχωρεί σιγά-σιγά και επικράτησε μια πιο ήρεμη και παθητική ατμόσφαιρα. Στις αρχές του 1889 ο επιθεωρητής Abberline αποχώρησε από την υπόθεση, αναλαμβάνοντας άλλα καθήκοντα και την ανάκριση ανέλαβε ο επιθεωρητής Henry Moore. Η τελευταία αναφορά του που σώζεται μέχρι σήμερα, χρονολογείται το 1896, όταν εμφανίστηκε μία ακόμα επιστολή από τον Αντεροβγάλτη. Η επιστολή προκάλεσε μια σύντομη αναστάτωση στον Τύπο και υποθέσεις ότι ο Αντεροβγάλτης είχε ξαναγυρίσει, καθώς πλησίαζε η δεκαετής επέτειος από τους πρώτους φόνους του. Ο τελευταίος σοβαρός ύποπτος που συνελήφθη ήταν ο Saddler, όμως τα ναυτικά του ταξίδια τον απάλλαξαν από τις κατηγορίες για τους φόνους του 1888.
Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, η υπόθεση αυτή είναι ένα μυστήριο και είναι επίσης το τέλειο υπόστρωμα για ένα ευφάνταστο συγγραφέα ή ένα επίδοξο ερασιτέχνη ερευνητή. Εξακολουθεί μέχρι σήμερα να είναι τόσο δημοφιλής ώστε να προκαλεί το ακαδημαϊκό και ερευνητικό ενδιαφέρον. Λεπτομερή σχέδια καταστρώνονται, η Βικτοριανή ατμόσφαιρα αναπλάθεται, οι ταχυδρομικοί κατάλογοι της εποχής ανασύρονται από τα αρχεία. Οι εφημερίδες της εποχής ερευνώνται εξονυχιστικά για κάθε ίχνος πληροφορίας. Η παραμικρή λεπτομέρεια που ανακαλύπτεται γίνεται δεκτή ώς μέγιστος θρίαμβος, δικαιολογώντας συχνά και τη συγγραφή ενός ακόμα σχετικού βιβλίου.
Πηγή
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου