Το λεξιλόγιο που χρησιμοποιούν, στον γραπτό ή προφορικό λόγο, είναι φτωχό, αδύναμο και κυρίως τηλεγραφικό
Τα Ελληνόπουλα νιώθουν ότι μπορούν να επικοινωνήσουν καλά με τους γονείς, τους φίλους, τους δασκάλους τους, τον κοινωνικό περίγυρο. Ομως, δυστυχώς η γλώσσα που χρησιμοποιούν είναι φτωχή.
Τα περισσότερα μπορούν να χρησιμοποιούν τον ηλεκτρονικό υπολογιστή αλλά, η κυρίαρχη χρήση των αγγλικών ή και των greeklish κάνει το λεξιλόγιο των παιδιών τηλεγραφικό, χωρίς το βάθος που επιτρέπει ο πλούτος της ελληνικής γλώσσας. Τα συμπεράσματα αυτά προκύπτουν από μεγάλη έρευνα που πραγματοποιήθηκε από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο σε δασκάλους, καθηγητές και μαθητές.
Ειδικότερα, η συντριπτική πλειονότητα των μαθητών Γυμνασίου πιστεύει ότι μιλά «πάντα σωστά» (52%) ή «συνήθως σωστά» (40,7%) ελληνικά. Αντίστοιχα, ότι γράφει «πάντα» (42,9%) ή «συνήθως» (43,9%) σωστά ελληνικά. Οι απόψεις αυτές αμβλύνονται όσο το παιδί μεγαλώνει, κάτι, που αποδίδεται στο ότι «οι μαθητές μεγαλύτερης ηλικίας και ωριμότητας αρχίζουν να αντιλαμβάνονται ότι δεν είναι το ίδιο επαρκείς στον προφορικό και γραπτό λόγο».
Από την πλευρά τους, οι εκπαιδευτικοί θεωρούν ότι οι μαθητές Γυμνασίου αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη χρήση της γλώσσας. Σύμφωνα με την έρευνα, που συνοψίζει τις απόψεις των εκπαιδευτικών «οι μαθητές σε υψηλό ποσοστό δεν εμπεδώνουν τις πολύπλοκες και λόγιες συντάξεις ούτε τα λόγια στοιχεία, παρά την παράλληλη διδασκαλία και της Αρχαίας Ελληνικής σε όλες τις τάξεις του Γυμνασίου».
Εκτός από τα πιθανά προβλήματα στη διδασκαλία των Νέων Ελληνικών, ο φόρτος εργασίας στο Γυμνάσιο, η αναζήτηση ενός εύκολου κώδικα επικοινωνίας τον οποίο προσφέρει η «γλώσσα των υπολογιστών» και η έκθεση των παιδιών στην τηλεόραση, αποτελούν παράγοντες στους οποίους οι υπεύθυνοι του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και του υπ. Παιδείας εστιάζουν με στόχο την αναβάθμιση της εγκυκλίου γνώσης που θα πρέπει να παίρνουν τα Ελληνόπουλα στην υποχρεωτική εκπαίδευση.
Aποψη: Επιδράσεις εκτός σχολείου
Του Δημητρη Mατθαιου*
Η γλωσσική (αν)επάρκεια των μαθητών δικαιολογημένα απασχολεί κατά καιρούς την κοινωνική γνώμη. Αφορμή αποτελούν κατά κανόνα οι γλωσσικοί σολοικισμοί των νέων στον γραπτό και προφορικό λόγο, που εντυπωσιάζουν, θορυβούν και οδηγούν ορισμένους σε ατεκμηρίωτες γενικεύσεις και αφορισμούς που ελεεινολογούν την ποιότητα της εκπαίδευσης.
Το ίδιο πρόχειρα αναζητούνται συχνά οι υπεύθυνοι στους κύκλους των παραγωγών σχολικών προγραμμάτων ή/και στην ανεπάρκεια των διδασκόντων. Προβλήματα στον χώρο αυτό ασφαλώς υπάρχουν. Επιχειρούν να τα αντιμετωπίσουν οι εκπαιδευτικές αρχές. Παρά τις όποιες αδυναμίες, είναι δίκαιο να τους αναγνωρίσουμε τον εκσυγχρονισμό των αναλυτικών προγραμμάτων και τη βελτίωση του διδακτικού υλικού.
Ομως, μπορεί το σχολείο να αποτελεί τον κύριο μηχανισμό καλλιέργειας της γλωσσικής ικανότητας, αλλά δεν είναι το μόνο. Τα ΜΜΕ, ιδιαίτερα τα ηλεκτρονικά, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο. Σύμφωνα με έρευνα «πάνω από δύο στους τρεις μαθητές αντλούν πληροφορίες από το ραδιόφωνο και την τηλεόραση», η γλώσσα των οποίων δεν φημίζεται για την ποιότητά τους.
Σημαντική επίδραση έχει η κωδική γλώσσα των μαθητών στη μεταξύ τους διαδικτυακή επικοινωνία, όπως και το ότι η εικόνα με τη λεζάντα αντικαθιστά προοδευτικά το συνεχή αναλυτικό λόγο. Η ίδια έρευνα διαπιστώνει ότι «οι περισσότεροι μαθητές επιθυμούν να περιέχονται στα βιβλία γλώσσας περισσότερα κείμενα σε κόμικς». Το σχολείο οφείλει να βελτιώνει συνεχώς τις επιδόσεις του. Δεν λειτουργεί, όμως, εν κενώ. Χρειάζεται να έχει αρωγούς τους λοιπούς θεσμούς της κοινωνίας και της πολιτείας.
*Καθηγητής Συγκριτικής Παιδαγωγικής Πανεπιστημίου Αθηνών
Aποψη: Αργκό με αποτύπωμα
Της Χριστινας Aργυροπουλου*
Η γλωσσική επάρκεια των μαθητών δεν είναι σε κατώτερα επίπεδα απ’ ό,τι ήταν τις προηγούμενες δεκαετίες, παρόλο που μιλάμε για λεξιπενία των μαθητών. Οι μαθητές πλέον έχουν πολλές πηγές πληροφόρησης, είναι εγγράμματοι στις νέες τεχνολογίες, αλλά υπάρχουν και αρνητικές παράμετροι.
Με τη χρήση των κινητών και του υπολογιστή παρατηρούμε ότι η αργκό ως «ειδική γλώσσα» μαθητών και εφήβων, που ως μόδα περνάει, έχει πάρει άλλη μορφή με επιπτώσεις στη γραφή και την ορθογραφία. Οι μαθητές γράφουν τεμπέλικα, συντομογραφικά, στα μηνύματά τους στα κινητά τηλέφωνα, τους δικτυακούς τόπους κ.λπ. Είναι ένα νέο, παγκόσμιο φαινόμενο που πρέπει να μας απασχολήσει.
Επίσης, το λεξιλόγιό τους εμπλουτίζεται όλο και λιγότερο από τη λογοτεχνία. Οι μαθητές στο δημοτικό μελετούν παιδική λογοτεχνία, αλλά στο γυμνάσιο μελετούν λίγο, στοιχείο αρνητικό για τη διεύρυνση της εμπειρίας τους και για τον εμπλουτισμό του λεξιλογίου. Επίσης, υστερούν στη χρήση του λόγιου λεξιλογίου, δηλαδή στην κατανόηση και χρήση λόγιων λέξεων, κάτι που απαιτεί ιδιαίτερη έμφαση κατά τη διδασκαλία της Νεοελληνικής, τη μελέτη λογοτεχνικών έργων σε λόγια γλώσσα (Παπαδιαμάντης, Ροΐδης κ.ά.) και καλύτερη διδασκαλία της Αρχαίας ώστε να αποτυπώνεται η προσφορά της στο λόγιο λεξιλόγιο της Νεοελληνικής.
Δηλαδή, αν και οι ώρες των Αρχαίων έχουν αυξηθεί από το 2004 στο γυμνάσιο, δεν παρατηρείται βελτίωση στη χρήση των λόγιων λέξεων, διότι η βελτίωση στη Νεοελληνική, έρχεται κυρίως μέσα από τη διδασκαλία της μητρικής και συμπληρωματικά από τη λογοτεχνία και την αρχαία ελληνική.
* Επίτιμη Σύμβουλος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, Αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Φιλολόγων.
Του Αποστολου Λακασα
Πηγή: kathimerini.gr
Τα Ελληνόπουλα νιώθουν ότι μπορούν να επικοινωνήσουν καλά με τους γονείς, τους φίλους, τους δασκάλους τους, τον κοινωνικό περίγυρο. Ομως, δυστυχώς η γλώσσα που χρησιμοποιούν είναι φτωχή.
Τα περισσότερα μπορούν να χρησιμοποιούν τον ηλεκτρονικό υπολογιστή αλλά, η κυρίαρχη χρήση των αγγλικών ή και των greeklish κάνει το λεξιλόγιο των παιδιών τηλεγραφικό, χωρίς το βάθος που επιτρέπει ο πλούτος της ελληνικής γλώσσας. Τα συμπεράσματα αυτά προκύπτουν από μεγάλη έρευνα που πραγματοποιήθηκε από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο σε δασκάλους, καθηγητές και μαθητές.
Ειδικότερα, η συντριπτική πλειονότητα των μαθητών Γυμνασίου πιστεύει ότι μιλά «πάντα σωστά» (52%) ή «συνήθως σωστά» (40,7%) ελληνικά. Αντίστοιχα, ότι γράφει «πάντα» (42,9%) ή «συνήθως» (43,9%) σωστά ελληνικά. Οι απόψεις αυτές αμβλύνονται όσο το παιδί μεγαλώνει, κάτι, που αποδίδεται στο ότι «οι μαθητές μεγαλύτερης ηλικίας και ωριμότητας αρχίζουν να αντιλαμβάνονται ότι δεν είναι το ίδιο επαρκείς στον προφορικό και γραπτό λόγο».
Από την πλευρά τους, οι εκπαιδευτικοί θεωρούν ότι οι μαθητές Γυμνασίου αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη χρήση της γλώσσας. Σύμφωνα με την έρευνα, που συνοψίζει τις απόψεις των εκπαιδευτικών «οι μαθητές σε υψηλό ποσοστό δεν εμπεδώνουν τις πολύπλοκες και λόγιες συντάξεις ούτε τα λόγια στοιχεία, παρά την παράλληλη διδασκαλία και της Αρχαίας Ελληνικής σε όλες τις τάξεις του Γυμνασίου».
Εκτός από τα πιθανά προβλήματα στη διδασκαλία των Νέων Ελληνικών, ο φόρτος εργασίας στο Γυμνάσιο, η αναζήτηση ενός εύκολου κώδικα επικοινωνίας τον οποίο προσφέρει η «γλώσσα των υπολογιστών» και η έκθεση των παιδιών στην τηλεόραση, αποτελούν παράγοντες στους οποίους οι υπεύθυνοι του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και του υπ. Παιδείας εστιάζουν με στόχο την αναβάθμιση της εγκυκλίου γνώσης που θα πρέπει να παίρνουν τα Ελληνόπουλα στην υποχρεωτική εκπαίδευση.
Aποψη: Επιδράσεις εκτός σχολείου
Του Δημητρη Mατθαιου*
Η γλωσσική (αν)επάρκεια των μαθητών δικαιολογημένα απασχολεί κατά καιρούς την κοινωνική γνώμη. Αφορμή αποτελούν κατά κανόνα οι γλωσσικοί σολοικισμοί των νέων στον γραπτό και προφορικό λόγο, που εντυπωσιάζουν, θορυβούν και οδηγούν ορισμένους σε ατεκμηρίωτες γενικεύσεις και αφορισμούς που ελεεινολογούν την ποιότητα της εκπαίδευσης.
Το ίδιο πρόχειρα αναζητούνται συχνά οι υπεύθυνοι στους κύκλους των παραγωγών σχολικών προγραμμάτων ή/και στην ανεπάρκεια των διδασκόντων. Προβλήματα στον χώρο αυτό ασφαλώς υπάρχουν. Επιχειρούν να τα αντιμετωπίσουν οι εκπαιδευτικές αρχές. Παρά τις όποιες αδυναμίες, είναι δίκαιο να τους αναγνωρίσουμε τον εκσυγχρονισμό των αναλυτικών προγραμμάτων και τη βελτίωση του διδακτικού υλικού.
Ομως, μπορεί το σχολείο να αποτελεί τον κύριο μηχανισμό καλλιέργειας της γλωσσικής ικανότητας, αλλά δεν είναι το μόνο. Τα ΜΜΕ, ιδιαίτερα τα ηλεκτρονικά, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο. Σύμφωνα με έρευνα «πάνω από δύο στους τρεις μαθητές αντλούν πληροφορίες από το ραδιόφωνο και την τηλεόραση», η γλώσσα των οποίων δεν φημίζεται για την ποιότητά τους.
Σημαντική επίδραση έχει η κωδική γλώσσα των μαθητών στη μεταξύ τους διαδικτυακή επικοινωνία, όπως και το ότι η εικόνα με τη λεζάντα αντικαθιστά προοδευτικά το συνεχή αναλυτικό λόγο. Η ίδια έρευνα διαπιστώνει ότι «οι περισσότεροι μαθητές επιθυμούν να περιέχονται στα βιβλία γλώσσας περισσότερα κείμενα σε κόμικς». Το σχολείο οφείλει να βελτιώνει συνεχώς τις επιδόσεις του. Δεν λειτουργεί, όμως, εν κενώ. Χρειάζεται να έχει αρωγούς τους λοιπούς θεσμούς της κοινωνίας και της πολιτείας.
*Καθηγητής Συγκριτικής Παιδαγωγικής Πανεπιστημίου Αθηνών
Aποψη: Αργκό με αποτύπωμα
Της Χριστινας Aργυροπουλου*
Η γλωσσική επάρκεια των μαθητών δεν είναι σε κατώτερα επίπεδα απ’ ό,τι ήταν τις προηγούμενες δεκαετίες, παρόλο που μιλάμε για λεξιπενία των μαθητών. Οι μαθητές πλέον έχουν πολλές πηγές πληροφόρησης, είναι εγγράμματοι στις νέες τεχνολογίες, αλλά υπάρχουν και αρνητικές παράμετροι.
Με τη χρήση των κινητών και του υπολογιστή παρατηρούμε ότι η αργκό ως «ειδική γλώσσα» μαθητών και εφήβων, που ως μόδα περνάει, έχει πάρει άλλη μορφή με επιπτώσεις στη γραφή και την ορθογραφία. Οι μαθητές γράφουν τεμπέλικα, συντομογραφικά, στα μηνύματά τους στα κινητά τηλέφωνα, τους δικτυακούς τόπους κ.λπ. Είναι ένα νέο, παγκόσμιο φαινόμενο που πρέπει να μας απασχολήσει.
Επίσης, το λεξιλόγιό τους εμπλουτίζεται όλο και λιγότερο από τη λογοτεχνία. Οι μαθητές στο δημοτικό μελετούν παιδική λογοτεχνία, αλλά στο γυμνάσιο μελετούν λίγο, στοιχείο αρνητικό για τη διεύρυνση της εμπειρίας τους και για τον εμπλουτισμό του λεξιλογίου. Επίσης, υστερούν στη χρήση του λόγιου λεξιλογίου, δηλαδή στην κατανόηση και χρήση λόγιων λέξεων, κάτι που απαιτεί ιδιαίτερη έμφαση κατά τη διδασκαλία της Νεοελληνικής, τη μελέτη λογοτεχνικών έργων σε λόγια γλώσσα (Παπαδιαμάντης, Ροΐδης κ.ά.) και καλύτερη διδασκαλία της Αρχαίας ώστε να αποτυπώνεται η προσφορά της στο λόγιο λεξιλόγιο της Νεοελληνικής.
Δηλαδή, αν και οι ώρες των Αρχαίων έχουν αυξηθεί από το 2004 στο γυμνάσιο, δεν παρατηρείται βελτίωση στη χρήση των λόγιων λέξεων, διότι η βελτίωση στη Νεοελληνική, έρχεται κυρίως μέσα από τη διδασκαλία της μητρικής και συμπληρωματικά από τη λογοτεχνία και την αρχαία ελληνική.
* Επίτιμη Σύμβουλος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, Αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Φιλολόγων.
Του Αποστολου Λακασα
Πηγή: kathimerini.gr
Posted in: Κοινωνία
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου
BlogThis!
Κοινοποίηση στο X
Μοιραστείτε το στο Facebook
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου